«Russkiy Mir»: Το Διπλωματικό Χαρτί της Ρωσίας



Όπως όλες οι χώρες σήμερα, έτσι και η Ρωσία χρησιμοποιεί τη Δημόσια και την Πολιτιστική Διπλωματία ως ένα εργαλείο ήπιας ισχύος. Ο ίδιος ο Ρώσος Πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, χρησιμοποίησε τον όρο «ήπια δύναμη» το 2012 στο άρθρο του «Η Ρωσία και ο κόσμος που αλλάζει». Αντικατοπτρίζοντας εν μέρει τον κλασικό ορισμό του Joseph S. Nye, ο Πούτιν σημειώνει ότι «η ήπια ισχύς είναι μια πηγή εργαλείων και μεθόδων για την επίτευξη στόχων εξωτερικής πολιτικής χωρίς τη χρήση όπλων αλλά αντλώντας πληροφορίες και άλλα επίπεδα επιρροής» (Putin, 2012). Αυτή η αναφορά των «επιπέδων της επιρροής» θα μπορούσε να θεωρηθεί ως χαρακτηριστικό του ορισμού του για την ήπια δύναμη (Evan, 2022). 

Τότε ο Βλαντιμίρ Πούτιν εξέφρασε την αντίρρηση του σχετικά με τα όρια που θα έπρεπε να υπάρχουν στις προσπάθειες των κρατών να επηρεάσουν την κοινή γνώμη στο εξωτερικό. Αντιθέτως, σύμφωνα με τα λεγόμενα του, αυτά τα όρια ορίζονται από τις έννοιες της εθνικής κυριαρχίας και της εθνικής ασφάλειας. Έτσι, διαφοροποιεί τις ρωσικές θέσεις σχετικά με την έννοια της ήπιας δύναμης.

Ο πολιτισμός ως αναπόσπαστο κομμάτι εξωτερικής πολιτικής

Είναι σαφές ότι ένας από τους βασικότερους πυλώνες της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας είναι η καλλιέργεια ενός φιλορωσικού αισθήματος στο εξωτερικό. Αυτό αποδεικνύεται εκτός των άλλων από τις εκατοντάδες διπλωματικές αποστολές της στο εξωτερικό που στηρίζουν εμπρακτα την πολιτιστική διπλωματία. Η Ρωσία κατέχει μια θέση ανάμεσα στις 5 χώρες στον κόσμο με τον μεγαλύτερο αριθμό διπλωματικών θέσεων. Ο συνολικός αριθμός τους φτάνει τις 242 και περιλαμβάνει 144 πρεσβείες, 85 προξενεία, 11 μόνιμες αποστολές και δύο επιπλέον αντιπροσωπείες (Bley, 2019).

Το Υπουργείο Πολιτισμού της Ρωσικής Ομοσπονδίας διαπραγματεύεται και εφαρμόζει διεθνείς συμφωνίες πολιτιστικής συνεργασίας, «εξάγοντας» το ρωσικό πολιτισμό μέσω των τεχνών. Η Ρωσία αποτελεί έτσι μία από τις σπουδαιότερες χώρες εξαγωγής πολιτισμού αλλά και πεδίο άνθησης πολιτισμικής/καλλιτεχνικής συνεργασίας. Στη χώρα διοργανώνονται συχνά πολιτιστικές ανταλλαγές, διεθνείς καλλιτεχνικοί διαγωνισμοί, φεστιβάλ, φόρουμ, εκθέσεις, σκηνές κ.λπ. Επιπρόσθετα, το Υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ρωσικής Ομοσπονδίας συνεργάζεται με διεθνείς οργανώσεις και άλλους μη κρατικούς φορείς σε τομείς όπως η ανάπτυξη εθνοτικών πολιτισμών, γλωσσών και λαϊκών εθίμων με σκοπό την ανάδειξη της πολιτιστικής ταυτότητας και ρωσικής κληρονομιάς.

Το Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας (MID) είναι κορυφαίος κρατικός παράγοντας της ρωσικής πολιτιστικής διπλωματίας. Η MID επεξεργάζεται γενικές στρατηγικές, διεξάγει διπλωματικές δραστηριότητες, παρέχει ένα πλαίσιο για την ανάπτυξη της διεθνούς πολιτιστικής συνεργασίας, εκπροσωπεί τη Ρωσία στους διεθνείς οργανισμούς και συντονίζει τις επαφές άλλων ομοσπονδιακών Υπουργείων. Το Υπουργείο συμμετέχει σε εθνικά πολιτιστικά προγράμματα, υποστηρίζει την ανάπτυξη της «Συμμαχίας Πολιτισμών» που ιδρύθηκε υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και προωθεί τις δραστηριότητες του Ιδρύματος Ρωσικού Κόσμου («Russkiy Mir«). Λαμβάνοντας υπόψη το επιδεινωμένο πλαίσιο των εξωτερικών σχέσεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η MID αναθέτει ουσιαστικό ρόλο στη διατήρηση των επαφών χρησιμοποιώντας μέσα πολιτιστικής διπλωματίας (Akhmatova, n.d.).

Ο ρόλος της διασποράς

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ρωσική εξωτερική πολιτική δεν έχει ως αποκλειστικό γνώμονα την προσέλκυση ενδιαφέροντος από εξωτερικούς παράγοντες (κρατικές κυβερνήσεις και μη-κρατικούς φορείς), αλλά απευθύνεται επίσης και στο μεγάλο μέρος των Ρώσων μεταναστών που βρίσκονται εκτός συνόρων (Pickard, 2007). Ο 20ος αιώνας υπήρξε περίοδος πολλών μεταναστευτικών ροών εξαιτίας των παγκοσμίων πολέμων αλλά και του Σοβιετικού καθεστώτος. Έτσι, οι Ρώσοι εξαπλώνονται σε ολόκληρο τον κόσμο δημιουργώντας κοινότητες διασποράς. Παρόλες τις διαφορές των μεταναστών (απορρέουσες από τον τόπο εγκατάστασης ή την αιτία που εγκατέλειψαν τον τόπο καταγωγής τους), όλοι έχουν κοινά πολιτιστικά χαρακτηριστικά. Η στρατηγική χρήση της γλώσσας και η διατήρηση των ηθών και εθίμων που σχετίζονται με την κουλτούρα τους, ενισχύει την ύπαρξη φίλο-ρωσικών συναισθημάτων μεταξύ των ρωσόφωνων κοινοτήτων, των μελών της διασποράς και των συμπατριωτών τους που ζουν στο εξωτερικό (de Wijk, 2019). Σήμερα περίπου 17 εκατομμύρια Ρώσοι ιθαγενείς και ρωσόφωνες μειονότητες ζουν εκτός των συνόρων της χώρας, στην «Κοινοπολιτεία των Εθνών» (Commonwealth of Nations). Επιπλέον, η Γερμανία (4 εκατομμύρια), οι ΗΠΑ (περισσότερα από 3 εκατομμύρια) καθώς και το Ισραήλ (1.5 εκατομμύρια) αποτελούν τις 3 χώρες με τους μεγαλύτερους ρωσόφωνους πληθυσμούς (Statista, 2023).

Ο ΔΟΜ ορίζει τη διασπορά ως «μετανάστες ή απόγονοι μεταναστών, των οποίων η ταυτότητα και η αίσθηση του «ανήκειν» έχουν διαμορφωθεί μέσα από την εμπειρία και το ιστορικό της μετανάστευσης». Ενώ ο όρος χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει τον αναγκαστικό εκτοπισμό ορισμένων λαών, το «diasporas» χρησιμοποιείται γενικά για να περιγράψει εκείνους που ταυτίζονται με μια «πατρίδα», αλλά ζουν έξω από αυτή. Έτσι, ο όρος διασπορά δεν αφορά αποκλειστικά την πρώτη γενιά μεταναστών αλλά γενικότερα άτομα που διατηρούν κάποιο δεσμό με τη χώρα καταγωγής τους. Αυτοί οι δεσμοί είναι συνήθως πολιτιστικοί, γλωσσικοί, ιστορικοί, θρησκευτικοί ή συναισθηματικοί, και αποτελούν την ειδοποιό διαφορά των ομάδων διασποράς από άλλες κοινότητες (Klyueva, A., & Mikhaylova, A., 2017). Η συνεισφορά της Διασποράς είναι εξαιρετικά σημαντική για τη χώρα αποστολής των μεταναστών, αφού δημιουργούν ένα δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ των δύο χωρών (χώρα αποστολής-παραμονής). Ενδεικτικά, μερικά από τα πεδία συνεισφοράς της διασποράς είναι: η αποστολή εμβασμάτων σε μέλη της οικογενείας που έμειναν πίσω, οι άμεσες επενδύσεις, η ίδρυση φιλανθρωπικών οργανισμών και η ενίσχυση τους μέσω δωρεών, ο τουρισμός και κυρίως η πολιτική τους επιρροή (lobbying). Κατά κανόνα, τα μέλη της διασποράς αποτελούν έναν «ανθρώπινο ιστό» προάγοντας την επικοινωνία μεταξύ των κρατών. Η διασπορά αποτελεί παράγοντα «Ήπιας ισχύος/soft power», από την οποία επωφελούνται τα κράτη αποστολής/καταγωγής, αφού οι μετανάστες έχουν πλέον ρόλο διαμεσολαβητή και αναλαμβάνουν την άτυπη εκπροσώπηση και υπεράσπιση της χώρας καταγωγής τους (La Porte, 2012).

Russkiy Mir

Έτσι, η ανάδειξη της ιδέας του «Russkiy Mir» είχε ως απώτερο σκοπό την καλλιέργεια μιας κοινής συνείδησης μεταξύ όλων των ρωσόφωνων πληθυσμών. Σύμφωνα με την προσέγγιση του Shchedrovitskiy, οι Ρώσοι στο εξωτερικό όχι μόνο σχηματίζουν μια ισχυρή γλωσσική κοινότητα αλλά αποτελούν μια γεω-πολιτισμική δύναμη από την όποια θα μπορούσε να επωφεληθεί η ρωσική κυβέρνηση (Polegkyi & Bushuyev, 2022). Όπως συνοψίζεται από τον Andis Kudors (2014), η έννοια του «Ρωσικού Κόσμου» βασίζεται σε μια «υπερεθνική δομή που αποτελείται από τη Ρωσία, τη ρωσική διασπορά που ζει στο εξωτερικό, αλλά και από τις λεγόμενες ρωσόφωνες κοινότητες που θεωρούν τη Ρωσία ως το πολιτιστικό και πνευματικό τους κέντρο» (Kudors, 2014).

Το Ίδρυμα Russkiy Mir αποτελεί κοινό έργο του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών και το Υπουργείο Παιδείας και Επιστήμης. Το ίδρυμα αποτελεί την κορωνίδα της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας αφού έχει ως βασική του αρμοδιότητα την εκμάθηση της ρωσικής γλώσσας στο εξωτερικό, μεταδίδοντας παράλληλα γνώσεις και πληροφόρηση σχετικά με τα ήθη και τα έθιμα της χώρας. Αξίζει επίσης να επισημανθεί ότι η ονομασία του ιδρύματος δεν είναι τυχαία και αντικατοπτρίζει μάλιστα τους πολλαπλούς σκοπούς της δράσης του. Η λέξη «mir» στα ρωσικά είναι πολύσημη και μπορεί να μεταφραστεί ως «ειρήνη», «κόσμος», και «κοινότητα» (Kozin, 2017).

Τα ρωσικά πολιτιστικά κέντρα του Russkiy Mir αποτελούν μια πρωτοβουλία του ρωσικού κράτους και χρηματοδοτούνται πλήρως από το Ίδρυμα «Russkiy Mir» ή μέσω δωρεών από μέλη της διασποράς. Μέσω αυτών των πολιτιστικών κέντρων επιτυγχάνεται η εκμάθησή της ρωσικής γλώσσας όχι μόνο σε αρχάριους αλλά και σε μέλη-απογόνους της διασποράς. Συχνά τα κέντρα αυτά αποτελούν ένα δίαυλο επικοινωνίας και συστροφής για τα μέλη της ρωσικής μειονότητας στο εξωτερικό και καλλιεργούν μια κοινή ρωσική ταυτότητα. Επί του παρόντος, 105 ρωσικά πολιτιστικά κέντρα δραστηριοποιείται σε 45 χώρες σε όλο τον κόσμο (Russkiy Mir 2016). Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ίδρυμα Russkiy Mir λειτουργεί δύο Κέντρα στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον D.C. και ένα υπουργικό συμβούλιο «Russkiy Mir» στο Σαν Φραγκίσκο (Cummings, n.d.).

Η Ορθοδοξία ως ηγετικό “avantaje”

Φυσικά, αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού αποτελεί και η θρησκεία, αποτελώντας κατ’ επέκταση εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας μέχρι και σήμερα. Παρόλο που κατά την Σοβιετική εποχή η θρησκεία είχε αποστασιοποιηθεί από την πολιτική, δημιουργώντας ένα κλίμα πολιτικό-θρησκευτικής αντιπαλότητας, αυτό άλλαξε κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου (Melissen, 2017). Μάλιστα, οι πολιτικοί ηγέτες της Ρωσίας έχουν ενθαρρύνει την ορθόδοξη πίστη των πολιτών τους. Ο Μπόρις Γέλτσιν, ο πρώτος μετασοβιετικός πρόεδρος της Ρωσίας, εντάξε εκ νέου τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και κάλεσε τους Ρώσους να «ασκήσουν υπομονή και ταπεινότητα και να αγωνιστούν για πνευματική κάθαρση». Στη συνέχεια ο Βλαντιμίρ Πούτιν ενέτεινε τους δεσμούς μεταξύ του ρωσικού κράτους και της εκκλησίας, έχοντας «επιλέξει και υπαγάγει» τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία χορηγώντας της χρηματοδότηση σε αντάλλαγμα για την υποστήριξή της (Kagan, 2006).

Κατά καιρούς ο Πούτιν έχει χρησιμοποιήσει την Ορθόδοξη Εκκλησία ως αφορμή για να δικαιολογήσει την εξωτερική του πολιτική. Μερικά παραδείγματα αποτελούν η επέμβαση στον Συριακό εμφύλιο, η οποία χαρακτηρίστηκε ως μία προσπάθεια προστασίας των ορθόδοξων Χριστιανών της Συρίας. Ο πρόεδρος ισχυρίστηκε ότι οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις έχουν ως απώτερο σκοπό τους τη διαφύλαξη και αποκατάσταση των χριστιανικών κοινοτήτων που επλήγησαν κατά την διάρκεια των βιαιοπραγιών. Ο Πούτιν προσπάθησε επίσης να «προβάλει τον εαυτό του ως προστάτη της πίστης» για να κερδίσει υποστήριξη των Ορθοδόξων Χριστιανών, εντός και εκτός συνόρων, μια προσπάθεια που υποστηρίζει η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία (Saari, 2017). Η αμφίδρομη αυτή σχέση μεταξύ εκκλησίας και προέδρου έχει οδηγήσει κατά καιρούς σε διάφορους δημόσιους επαίνους, όπως για παράδειγμα ο χαρακτηρισμός του Πούτιν και της ηγεσία ως «θαύμα από τον Θεό» από τον πατριάρχη.

Εξαιτίας αυτής ακριβώς της πολύπλοκης σχέσης της εκκλησίας με το κράτος δεν προκαλεί εντύπωση ότι η απόσχιση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας από το Ρωσικό Πατριαρχείο είχε εκτός από θρησκευτικό και πολιτικό χαρακτήρα, και αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες που οδήγησαν στην κρίση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Αναμφίβολα, η Ρωσία χρησιμοποιεί τη θρησκεία και την υλοποίηση μιας ανώτερης θρησκευτικής αποστολής ως εργαλεία εξωτερικής πολιτικής και επιρροής τόσο σε ομοθρησκους όσο και σε άλλα συντηρητικά κράτη. Ο ισχυρισμός αυτής της θρησκευτικής αποστολής είναι στην πραγματικότητα μία κεκαλυμμένη απόπειρα νομιμοποίησης μέτρων και πρακτικών που ενισχύουν την πολιτική επιρροή της Ρωσίας στο διεθνές σύστημα. Σήμερα, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει περισσότερους από 90 εκατομμύρια πιστούς ανά τον κόσμο, και επομένως ο θεσμός του Ρωσικού Πατριαρχείου έχει μία από τις ισχυρότερες μορφές επιρροής.

Εν κατακλείδι, στη σύγχρονη πολιτική σκηνή η απόκτηση και διατήρηση επιρροής αποτελούν κινητήρια δύναμη και σκοπιμότητα όλων των παραγόντων του διεθνούς συστήματος (κρατικών και μη). Αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα της χρήσης πολιτικών εργαλείων «ήπιας ισχύος», όπως ο πολιτισμός, η γλώσσα, η θρησκεία ή ο αθλητισμός, η Ρωσία έχει επενδύσει ένα σημαντικό μέρος της εξωτερικής της πολιτικής ενισχύοντας την πολιτιστική διπλωματία. Η ενίσχυση των δεσμών της με τα μέλη της διασποράς, δημιουργούν μια «ανθρώπινη γέφυρα» μεταξύ της χώρας αποστολής και της χώρας υποδοχής των μεταναστών. 

Μέσω της εκμάθησής της ρωσικής γλώσσας επιτυγχάνεται η ενίσχυση της εθνικής συνείδησης των ρωσόφωνων λαών που ζουν εκτός συνόρων και ταυτόχρονα αναπτύσσονται διακρατικές σχέσεις. Αναντίρρητα, ένα από τα πλέον σημαντικά χαρακτηριστικά της Ρωσίας αποτελεί η θρησκευτική της ταυτότητα, με την προαγωγή ενός ενωμένου θρησκευτικά λαού να αποτελεί μέθοδο ενίσχυσης της ήπιας ισχύος της χώρας. 

Άλλωστε, η έννοια του «Russkiy Mir» δεν περιορίζεται αποκλειστικά στη ρωσική γλώσσα αλλά και στην προώθηση όλων εκείνων των χαρακτηριστικών που διαμορφώνουν τη ρωσική εθνική και πολιτιστική ταυτότητα.

Πηγή:fantomas.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια