
Στις 28 Οκτωβρίου 1940 η Ιστορία έγραψε μία από τις πιο λαμπρές σελίδες της. Μια μικρή χώρα, η Ελλάδα, είπε το ιστορικό «Όχι» στην πανίσχυρη φασιστική Ιταλία του Μπενίτο Μουσολίνι. Εκείνη την αυγή, τα βουνά της Ηπείρου έγιναν το σκηνικό μιας εποποιίας που κανείς στην Ευρώπη δεν περίμενε. Οι Ιταλοί στρατηγοί είχαν ετοιμάσει τη μεγάλη τους στολή, οι επιτελείς είχαν σχεδιάσει κάθε λεπτομέρεια της «εύκολης νίκης» και ο Ντούτσε ήταν βέβαιος πως σε δεκαπέντε ημέρες θα έπινε καφέ στη Θεσσαλονίκη. Όμως, η Ιστορία αγαπά τις ανατροπές – και η ελληνική ψυχή έχει αποδείξει πολλές φορές πως δεν γνωρίζει τη λέξη «παραίτηση».
Η Μεγάλη Σύσκεψη της Αυταπάτης
Στις 15 Οκτωβρίου 1940, δεκατρείς ημέρες πριν από την εισβολή, ο Μουσολίνι συγκάλεσε στη Ρώμη πολεμικό συμβούλιο. Παρόντες ήταν ο υπουργός Εξωτερικών κόμης Τσιάνο, ο στρατάρχης Μπαντόλιο, ο στρατηγός Ροάτα, ο τοποτηρητής της Αλβανίας Φραντσέσκο Τζακομόνι και ο αρχιστράτηγος των δυνάμεων στην Αλβανία, Βισκόντι Πράσκα. Ο Ντούτσε, φουσκωμένος από φιλοδοξία, ανακοίνωσε την απόφασή του: η Ελλάδα θα κατακτηθεί. Στόχος του, όπως είπε, ήταν να καταληφθεί ολόκληρη η Ήπειρος, τα Ιόνια νησιά και στη συνέχεια η Θεσσαλονίκη. Σε δεύτερη φάση, «θα έπεφτε ολόκληρη η Ελλάδα».
Όταν ρώτησε για το ηθικό του ελληνικού λαού, έλαβε την καθησυχαστική απάντηση του Τζακομόνι: «Φαίνεται σοβαρώς αποκαρδιωμένος». Ο Πράσκα πρόσθεσε με αυτοπεποίθηση ότι η επιχείρηση θα τελείωνε σε δέκα έως δεκαπέντε ημέρες. Οι Έλληνες, είπε, «δεν είναι άνθρωποι που θα τους άρεσε να πολεμήσουν». Αυτή η φράση, ειπωμένη με αλαζονεία, θα γραφόταν με ειρωνεία στα βιβλία της Ιστορίας.
Η Εισβολή που Έγινε Καταστροφή
Η ιταλική επίθεση ξεκίνησε τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 από το αλβανικό μέτωπο. Οι Ιταλοί διέθεταν υπεροπλία σε ανθρώπινο δυναμικό, τεθωρακισμένα και αεροπορία. Όμως, απέναντί τους βρέθηκε ένας στρατός μικρός αλλά αποφασισμένος – και πίσω του ένας λαός ενωμένος.
Μέσα σε τρεις ημέρες, στις 31 Οκτωβρίου, οι Έλληνες πέρασαν στην αντεπίθεση. Στις 4 Νοεμβρίου, δυνάμεις της μεραρχίας «Τζούλια» περικυκλώθηκαν και τράπηκαν σε φυγή κοντά στη Βοβούσα, βόρεια του Μετσόβου. Μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, ο ελληνικός στρατός είχε ανακαταλάβει τις διαβάσεις της Πίνδου και προχωρούσε στα αλβανικά εδάφη.
Η επιχείρηση που θα διαρκούσε δεκαπέντε μέρες, κατέρρευσε μέσα σε λίγες μόνο. Ο Μουσολίνι εξοργίστηκε, οι στρατηγοί του αλληλοκατηγορούνταν και η «τελείως προπαρασκευασμένη» εκστρατεία μετατράπηκε σε φιάσκο.
Ο Χορός των Αποτυχιών
Ο πρώτος που πλήρωσε το τίμημα ήταν ο ίδιος ο Βισκόντι Πράσκα. Μόλις δώδεκα ημέρες μετά την εισβολή, στις 8 Νοεμβρίου, απομακρύνθηκε από τη διοίκηση. Ο Πράσκα, που είχε διαβεβαιώσει τον Μουσολίνι ότι οι Έλληνες «δεν θα πολεμήσουν», είδε τον στρατό του να καταρρέει στα βουνά της Πίνδου.
Τον διαδέχτηκε ο στρατηγός Ουμπάλντο Σόντου, άνθρωπος περισσότερο φίλος της μουσικής παρά του πολέμου. Ήταν γνωστό ότι συνέθετε μουσικά θέματα για ταινίες και περνούσε ώρες γράφοντας παρτιτούρες ακόμη και στο μέτωπο. Ο Σόντου, βλέποντας την πραγματικότητα, έδωσε την πρώτη του διαταγή: «Διακόψτε κάθε επιθετική ενέργεια και λάβετε θέσεις άμυνας». Ο στρατηγός-μουσικός ήταν ειλικρινής: αναγνώριζε πως ο ελληνικός στρατός είχε το ηθικό και την αποφασιστικότητα που έλειπαν από τους άνδρες του. Προχώρησε μάλιστα σε πρόταση προς τον Μουσολίνι για διπλωματική λύση, δηλαδή ανακωχή. Ο Ντούτσε, έξαλλος, τον αντικατέστησε.
Ήταν η σειρά του Ούγκο Καβαλέρο να δοκιμάσει την τύχη του στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας. Ανέλαβε τον Ιανουάριο του 1941 και κατάφερε απλώς να σταθεροποιήσει το μέτωπο, χωρίς να σημειώσει καμία επιτυχία. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943, ο Καβαλέρο βρέθηκε νεκρός, με μια σφαίρα στο κεφάλι – περιστατικό που άλλοι απέδωσαν σε αυτοκτονία, άλλοι σε εκτέλεση από τους Ναζί.
Ακόμη και ο αρχηγός του ιταλικού επιτελείου, Πιέτρο Μπαντόλιο, παραιτήθηκε όταν ο ελληνικός στρατός κατέλαβε τους Αγίους Σαράντα. Ένας-ένας οι στρατηγοί της φασιστικής Ιταλίας αποχωρούσαν, αφήνοντας πίσω τους ένα μέτωπο ντροπής.
Η Ελλάδα που Αντιστάθηκε
Η ειρωνεία της Ιστορίας είναι πως εκείνοι που θεωρήθηκαν «άνθρωποι που δεν θα πολεμούσαν», έγιναν σύμβολο ανδρείας και ελευθερίας. Οι Έλληνες στρατιώτες, ντυμένοι με στολές που δεν άντεχαν το χιόνι, χωρίς επαρκή εφόδια, με τα ζώα τους φορτωμένα πολεμοφόδια στις ορεινές διαβάσεις, πολέμησαν με πείσμα και ψυχή. Οι γυναίκες της Ηπείρου ανέβαιναν στα βουνά κουβαλώντας τρόφιμα και πυρομαχικά, τραγουδώντας. Ολόκληρη η χώρα μετατράπηκε σε ένα απέραντο μέτωπο.
Το «Όχι» της 28ης Οκτωβρίου δεν ήταν μια λέξη διπλωματική· ήταν κραυγή ελευθερίας. Ήταν η απάντηση ενός λαού που, παρά το μικρό του μέγεθος, πίστευε ότι η αξιοπρέπεια αξίζει περισσότερο από τη ζωή υπό δουλεία. Γι’ αυτό και ο κόσμος τότε μιλούσε για «το ελληνικό θαύμα». Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ θα πει λίγο αργότερα: «Στο εξής δεν θα λέμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».
Η Ήττα της Αλαζονείας
Οι Ιταλοί στρατηγοί δεν έχασαν μόνο έναν πόλεμο· έχασαν και την ψευδαίσθηση της ανωτερότητας. Το «όραμα» του Μουσολίνι για μια νέα ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατέρρευσε στα βουνά της Πίνδου. Η υπεροψία, η υποτίμηση του αντιπάλου και η έλλειψη πραγματικής στρατηγικής έφεραν την ταπείνωση.
Αντίθετα, η Ελλάδα κέρδισε κάτι που δεν μετριέται με εδάφη: κέρδισε την αιώνια εκτίμηση των λαών. Έγινε το πρώτο κράτος της Ευρώπης που σταμάτησε τις δυνάμεις του Άξονα, δίνοντας χρόνο και ελπίδα σε ολόκληρο τον κόσμο.
Οι στρατηγοί που κάποτε κοίταζαν αφ’ υψηλού τους Έλληνες, βρήκαν ο καθένας ένα οικτρό τέλος: ο ένας φυλακισμένος, ο άλλος απαξιωμένος, ο τρίτος νεκρός. Κανείς τους δεν έμεινε στη μνήμη της Ιστορίας ως νικητής – μόνο ως παράδειγμα προς αποφυγή.
Το Διαχρονικό Μήνυμα
Ο πόλεμος του ’40 δεν είναι απλώς μια ένδοξη σελίδα. Είναι υπενθύμιση. Ότι οι αριθμοί δεν νικούν πάντα το φρόνημα. Ότι οι μικροί λαοί, όταν ενωθούν, μπορούν να τα βάλουν με αυτοκρατορίες. Ότι το «Όχι» του 1940 δεν ειπώθηκε μόνο προς μια ξένη δύναμη, αλλά προς κάθε μορφή υποταγής, φόβου και αυταπάτης.
Κάθε 28η Οκτωβρίου, τα τρένα της Ιστορίας «σφυρίζουν για λίγο έξω από την πόλη», όπως έγραφε ο Γιώργος Σεφέρης, κι εμείς ακούμε ξανά εκείνο το βροντερό «Όχι». Γιατί δεν είναι μόνο εθνική επέτειος· είναι μάθημα ζωής. Μάθημα που διδάσκει πως, όσες φορές κι αν υποτιμηθεί ο λαός αυτός, πάντα θα βρίσκει τη δύναμη να αντιστέκεται και να νικά.
Πηγή:apenadi.blogspot.com

0 Σχόλια