Η Ετήσια Εκτίμηση Απειλής κατά των ΗΠΑ για το 2023



Στις 8 Μαρτίου 2023, το Γραφείο του Διευθυντή Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ δημοσίευσε την Ετήσια Εκτίμηση Απειλής. Μέσα σε αυτήν καθορίζονται οι δρώντες/παράγοντες εκείνοι που αποτελούν τις κυριότερες απειλές για την αμερικανική εθνική ασφάλεια, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αμερικανικής κοινότητας υπηρεσιών πληροφοριών.

 Η σημασία του εν λόγω εγγράφου έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί την βάση για την χάραξη της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και κατ’ επέκταση την διαμόρφωση των διμερών σχέσεων των ΗΠΑ με τους υπόλοιπους διεθνείς δρώντες.

Η Ετήσια Εκτίμηση Απειλής (Annual Threat Assessment, ATA), αποτελεί επίσημο έγγραφο που εκδίδεται από το Γραφείο του Διευθυντή Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Director of National Intelligence, DNI) των ΗΠΑ στις αρχές κάθε έτους, συνήθως κατά τον μήνα Φεβρουάριο ή Μάρτιο .

 Η εν λόγω εκτίμηση υποβάλλεται στη Μόνιμη Επίλεκτη Επιτροπή Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων (House Permanent Select Committee on Intelligence) [1] και την Επίλεκτη Επιτροπή Πληροφοριών της Γερουσίας (U.S. Senate Select Committee on Intelligence) [2] μέσω δημόσιας ακρόασης με σκοπό «[…] την παροχή μιας μη διαβαθμισμένης περίληψης της αξιολόγησης της Κοινότητας Υπηρεσιών Πληροφοριών σχετικά με τις τρέχουσες απειλές για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των απειλών στον κυβερνοχώρο και των τεχνολογικών απειλών, της τρομοκρατίας, των όπλων μαζικής καταστροφής, του εγκλήματος, των περιβαλλοντικών ζητημάτων και των ζητημάτων φυσικών πόρων, καθώς και των οικονομικών ζητημάτων».

Η Κοινότητα Υπηρεσιών Πληροφοριών (Intelligence Community, IC) των ΗΠΑ αποτελείται από δεκαοχτώ διαφορετικές Υπηρεσίες/Γραφεία/Μονάδες Πληροφοριών, οι οποίες συνεργάζονται με τις Ένοπλες Δυνάμεις, τις ομοσπονδιακές, πολιτειακές και τοπικές Υπηρεσίες Επιβολής Νόμου, τις Υπηρεσίες Πληροφοριών και τις Ένοπλες Δυνάμεις ξένων κρατών, καθώς και τον ιδιωτικό τομέα.[3]



Αυτές είναι οι ακόλουθες:

1. Υπηρεσία Πληροφοριών Πολεμικής Αεροπορίας (Air Force Intelligence) [5],
2. Διοίκηση Πληροφοριών Στρατού Ξηράς και Ασφάλειας (Army Intelligence and Security Command) [6],
3. Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (Central Intelligence Agency, CIA) [7],
4. Υπηρεσία Πληροφοριών Άμυνας (Defense Intelligence Agency) [8],
5. Γραφείο Πληροφοριών και Αντικατασκοπείας Υπουργείου Ενέργειας (Department of Energy’s Office of Intelligence and Counterintelligence) [9],
6. Γραφείο Πληροφοριών και Ανάλυσης Υπουργείου Εγχώριας Ασφάλειας (Department of Homeland Security’s Office of Intelligence and Analysis, I&A) [10],
7. Γραφείο Πληροφοριών και Έρευνας Υπουργείου Εξωτερικών (Department of State Bureau of Intelligence and Research’s, INR) [11],
8. Γραφείο Πληροφοριών και Ανάλυσης Υπουργείου Οικονομικών (Department of Treasury Office of Intelligence and Analysis, OIA) [12],
9. Υπηρεσία Πληροφοριών Δίωξης Ναρκωτικών (Drug Enforcement Administration, DEA) [13],
10. Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών (Federal Bureau of Investigation, FBI) [14],
11. Υπηρεσία Πληροφοριών Σώματος Πεζοναυτών (Marine Corps Intelligence) [15],
12. Εθνική Γεωχωρική Υπηρεσία Πληροφοριών (National Geospatial-Intelligence Agency, NGA) [16],
13. Εθνικό Γραφείο Αναγνώρισης (National Reconnaissance Office, NRO) [17],
14 Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (National Security Agency, NSA) [18],
15. Γραφείο Ναυτικών Πληροφοριών (Office of Naval Intelligence, ONI) [19],
16. Γραφείο Διευθυντή Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Director of National Intelligence, DNI) [20],
17. Μονάδα Πληροφοριών Λιμενικού Σώματος (U.S. Coast Guard’s Intelligence Unit) [21], και
18. Δύναμη Διαστήματος (U.S. Space Force) [22].

Η θέση του Διευθυντή Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών θεσπίστηκε το 2004 με το Νόμο για τη Μεταρρύθμιση των Υπηρεσιών Πληροφοριών και την Πρόληψη της Τρομοκρατίας (Intelligence Reform and Terrorism Prevention Act, IRTPA) [23], ο οποίος τροποποίησε το Νόμο Εθνικής Ασφάλειας (National Security Act) του 1947 [24] με τον οποίο ιδρύθηκε το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας [ΣΕΑ] (National Security Council, NSC) [25].

 Σύμφωνα με τον IRTPA, ο Διευθυντής Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ αποτελεί τον Επικεφαλής της Κοινότητας Υπηρεσιών Πληροφοριών λειτουργώντας παράλληλα ως σύμβουλος του Προέδρου των ΗΠΑ και του ΣΕΑ, ενώ οι αρμοδιότητές του περιλαμβάνουν:

«α) Τη διασφάλιση της έγκαιρης και αντικειμενικής παροχής εθνικών πληροφοριών στον Πρόεδρο, στους επικεφαλής των υπηρεσιών και των οργανισμών του εκτελεστικού κλάδου, στον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας και τους ανώτερους στρατιωτικούς διοικητές, καθώς και το Κογκρέσο, 

β) τον καθορισμό στόχων και προτεραιοτήτων για την συλλογή, την ανάλυση, την παραγωγή, και την διάδοση των εθνικών πληροφοριών,

 γ) την διασφάλιση της μέγιστης δυνατής διαθεσιμότητας και πρόσβασης σε πληροφορίες στο πλαίσιο της Κοινότητας Υπηρεσιών Πληροφοριών, 

δ) την εκπόνηση και διασφάλιση της εκτέλεσης του ετήσιου προϋπολογισμού για το εθνικό πρόγραμμα πληροφοριών με βάση τις προτάσεις προϋπολογισμού που παρέχονται από τους οργανισμούς που αποτελούν συνιστώσες της Κοινότητας Πληροφοριών, 

ε) την επίβλεψη του συντονισμού των σχέσεων με τις υπηρεσίες πληροφοριών ή ασφάλειας ξένων κυβερνήσεων και διεθνών οργανισμών, 

στ) την διασφάλιση της ακριβέστερης ανάλυσης των πληροφοριών από όλες τις πηγές για την υποστήριξη των αναγκών εθνικής ασφάλειας, 

ζ) την ανάπτυξη πολιτικών και προγραμμάτων προσωπικού για την ενίσχυση της ικανότητας για κοινές επιχειρήσεις και για την διευκόλυνση της στελέχωσης των λειτουργιών διαχείρισης της κοινότητας, και η) την επίβλεψη της ανάπτυξης και εφαρμογής ενός σχεδίου διαχείρισης προγράμματος για την απόκτηση σημαντικών συστημάτων, από κοινού με τον Υπουργό Άμυνας για τα προγράμματα του Υπουργείου Άμυνας, το οποίο περιλαμβάνει στόχους κόστους, χρονοδιαγράμματος και απόδοσης και κριτήρια ορόσημα του προγράμματος» [26].



Το Γραφείο του Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στελεχώνεται από προσωπικό όλων των αμερικανικών Υπηρεσιών Πληροφοριών και περιλαμβάνει δύο Διευθύνσεις, πέντε Κέντρα και εννέα Γραφεία .

 Αυτά είναι τα ακόλουθα:

1. Διεύθυνση Ενοποίησης Αποστολής (Mission Integration, MI) [27],
2. Διεύθυνση Πολιτικής και Δυνατοτήτων (Policy and Capabilities, P&C) [28],
3. Εθνικό Κέντρο Πρόληψης Διασποράς και Βιοασφάλειας (National Counterproliferation and Biosecurity Center, NCBC) [29],
4. Εθνικό Κέντρο Αντικατασκοπείας και Ασφάλειας (National Counterintelligence and Security Center, NCSC) [30],
5. Εθνικό Κέντρο Αντιτρομοκρατίας (National Counterterrorism Center, NCTC) [31],
6. Κέντρο Εξωτερικής Κακόβουλης Επιρροής (Foreign Malign Influence Center, FMIC) [32],
7. Κέντρο Ενοποίησης Πληροφοριών Απειλών του Κυβερνοχώρου (Cyber Threat Intelligence Integration Center) [33],
8. Γραφείο Πολιτικών Ελευθεριών, Ιδιωτικότητας και Διαφάνειας (Office of Civil Liberties, Privacy and Transparency, CLPT) [34],
9. Γραφείο Ίσων Ευκαιριών Απασχόλησης (Office of Equal Employment Opportunity, EEO) [35],
10. Γραφείο Ποικιλομορφίας, ισότητας, ένταξης και προσβασιμότητας της Κοινότητας Πληροφοριών (Office of Intelligence Community Diversity, Equity, Inclusion, and Accessibility, ICDEIA) [36],
11. Γραφείο Γενικού Επιθεωρητή της Κοινότητας Πληροφοριών (Office of Intelligence Community Inspector General, ICIG) [37],
12. Γραφείο Γενικού Συμβούλου (Office of General Counsel, OGC) [38],
13. Γραφείο Επικεφαλής Αξιωματικού Πληροφοριών (Chief Information Officer) [39],
14. Γραφείο Επικεφαλής Οικονομικού Διευθυντή (Chief Financial Officer) [40],
15. Γραφείο Νομοθετικών Υποθέσεων (Office of Legislative Affairs) [41] και
16. Γραφείο Στρατηγικών Επικοινωνιών (Office of Strategic Communications) [42].


Πίνακας με τις ημερομηνίες έκδοσης των 
Ετήσιων Εκτιμήσεων Απειλής και των DNI.

Η Ετήσια Εκτίμηση Απειλής των ΗΠΑ για το 2023 δημοσιεύτηκε στις 8 Μαρτίου 2023 [43] και ξεκινάει με την παρατήρηση ότι «Η εκτίμηση αυτή επικεντρώνεται στις πιο άμεσες, σοβαρές απειλές για τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά το επόμενο έτος.

 Η σειρά των θεμάτων που παρουσιάζονται στην παρούσα αξιολόγηση δεν υποδηλώνει απαραίτητα την σχετική τους σημασία ή το μέγεθος των απειλών κατά την άποψη της Κοινότητας Υπηρεσιών Πληροφοριών. 

Όλες απαιτούν ισχυρή πληροφόρηση ανταπόκριση, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στις οποίες η βραχυπρόθεσμη εστίαση μπορεί να βοηθήσει στην αποτροπή μεγαλύτερων απειλών στο μέλλον» [44]. 

Όσον αφορά τα περιεχόμενά της, αποτελείται από την Εισαγωγή, τον Πρόλογο και από ένα κεφάλαιο για την Κίνα, την Ρωσία, το Ιράν, την Βόρεια Κορέα, την Κλιματική Αλλαγή και Περιβαλλοντική Υποβάθμιση, την Ασφάλεια της Υγείας, τα Επιπρόσθετα Διεθνή Ζητήματα και τέλος, τις Συγκρούσεις και την Ευθραυστότητα.

Στον Πρόλογο [45] επισημαίνονται οι δύο κρίσιμες στρατηγικές προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ΗΠΑ, οι οποίες είναι οι «[…] μεγάλες δυνάμεις, ανερχόμενες περιφερειακές δυνάμεις, καθώς και μια εξελισσόμενη σειρά μη κρατικών δρώντων, οι οποίες θα διεκδικήσουν την κυριαρχία στην παγκόσμια τάξη, και θα ανταγωνίζονται για να καθορίσουν τις αναδυόμενες συνθήκες και τους κανόνες που θα διαμορφώσουν αυτή την τάξη για τις επόμενες δεκαετίες» και οι «[…] κοινές παγκόσμιες προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της κλιματικής αλλαγής, και η ανθρώπινη ασφάλεια και η ασφάλεια της υγείας, οι οποίες συγκλίνουν καθώς ο πλανήτης εξέρχεται από την πανδημία COVID-19 και αντιμετωπίζει οικονομικά ζητήματα που ωθούνται από την ενεργειακή και επισιτιστική ανασφάλεια».



Το εξώφυλλο της Ετήσιας Εκτίμησης 
Απειλής για το 2023. 

Όσον αφορά την Κίνα [46], η Ετήσια Εκτίμηση Απειλής αφιερώνει έξι σελίδες για την ανάλυση των λόγων που την καθιστούν απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Μερικά από τα σημεία στα οποία το εν λόγω έγγραφο δίνει έμφαση είναι η επιδίωξη ανάπτυξης ισχυρών Ενόπλων Δυνάμεων μέχρι το 2027 για την ενίσχυση της κυριαρχίας της Κίνας και τον περιορισμό της δυνατότητας επέμβασης των ΗΠΑ σε ενδεχόμενη κρίση, ο επαναπροσανατολισμός των πυρηνικών όπλων και ο εκσυγχρονισμός των Όπλων Μαζικής Καταστροφής (ΟΜΚ), η συνεχιζόμενη ανάπτυξη στον τομέα του διαστήματος επιδιώκοντας την υπέρβαση των δυνατοτήτων των ΗΠΑ μέχρι το 2045, ο έντονος ανταγωνισμός στον τομέα της τεχνολογίας και της οικονομίας γεγονός που την καθιστά την κύρια απειλή για τις ΗΠΑ, την έντονη δραστηριότητά της στον τομέα της κατασκοπείας μέσω του κυβερνοχώρου και τη διεξαγωγή επιχειρήσεων κακόβουλης επιρροής, με στόχο την αμφισβήτηση της ηγεσίας των ΗΠΑ και την υπονόμευση των αμερικανικών δημοκρατικών θεσμών.

Σχετικά με την Ρωσία [47], η ανάλυση των λόγων που την καθιστούν απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ πραγματοποιείται σε πέντε σελίδες, ξεκινώντας με τις αλλαγές που επέφερε η εισβολή της στην Ουκρανία, γεγονός που αναδιαμόρφωσε τις σχέσεις της Ρωσίας τόσο με την Δύση όσο και με την Κίνα.

 Η Ετήσια Εκτίμηση Απειλής αναφέρεται ακολούθως στην αποτυχία της ρωσικής ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης στην Ουκρανία, επισημαίνοντας τις απώλειες που υπέστησαν οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις και οι οποίες αναμένεται να αυξήσουν την εξάρτηση της Ρωσίας από τις πυρηνικές, ψηφιακές και διαστημικές δυνατότητες, τονίζει τον συνεχιζόμενο εκσυγχρονισμό του πυρηνικού οπλοστασίου της και των ΟΜΚ, την έντονη δραστηριότητα κυβερνοπολέμου γεγονός που καθιστά την Ρωσία τη μεγαλύτερη απειλή για τις ΗΠΑ στον τομέα αυτό, την προσπάθεια κακόβουλης επιρροής μέσω της δράσης των Υπηρεσιών Πληροφοριών και αντιπροσώπων, καθώς και τον έντονο ανταγωνισμό στον τομέα του διαστήματος, ο οποίος ωστόσο έχει καταστεί ιδιαίτερα δυσχερής για τη Ρωσία λόγω της επιβολής κυρώσεων.

Για το Ιράν [48], η Ετήσια Εκτίμηση Απειλής αφιερώνει τρεις σελίδες για την ανάλυση των λόγων που το καθιστούν απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, αναφέροντας ως κύριο λόγο την προσπάθεια διάβρωσης της επιρροής των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, την εκτόξευση απειλών εναντίον Αμερικανών πολιτών στο Ιράκ και την Συρία, αλλά και έναντι του Ισραήλ μέσω πυραύλων και Μη Επανδρωμένων Αεροχημάτων (Unmanned Aerial Vehicles, UAVs). 

Επιπλέον αναφέρεται στην διενέργεια υβριδικού πολέμου με την χρήση συμβατικών και μη συμβατικών δυνατοτήτων, την ανάπτυξη του πυρηνικού προγράμματος -το οποίο ωστόσο δεν βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο– μη τηρώντας τους περιορισμούς του Κοινού Ολιστικού Σχεδίου Δράσης (Joint Comprehensive Plan of Action, JCPOA) που συμφωνήθηκε το 2015 [49], και τέλος τις αναπτυσσόμενες δυνατότητες διεξαγωγής επιχειρήσεων κυβερνοχώρου και κακόβουλης επιρροής, δυνατότητες που καθιστούν το Ιράν μείζονα απειλή για τις ΗΠΑ.

Όσον αφορά την Βόρεια Κορέα [50], η ανάλυση των λόγων που την καθιστούν απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ πραγματοποιείται σε δύο σελίδες, ξεκινώντας με την επισήμανση ότι ο ηγέτης της συνεχίζει την ενίσχυση των πυρηνικών και συμβατικών δυνατοτήτων της χώρας του, σε μια προσπάθεια εδραίωσης του αυταρχικού καθεστώτος του σε περιφερειακό επίπεδο. 

Επιπλέον, γίνεται αναφορά στην ανάπτυξη των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Βόρειας Κορέας και ιδιαίτερα των πυραυλικών συστημάτων, όπως επίσης και των ΟΜΚ έχοντας ετοιμότητα μάλιστα να πραγματοποιήσει πυρηνικές δοκιμές στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού που έχει ανακοινώσει.

 Τέλος, η Ετήσια Εκτίμηση Απειλής αναφέρεται στις δυνατότητες διεξαγωγής επιχειρήσεων στον κυβερνοχώρο, εστιάζοντας στην κατασκοπεία, το κυβερνοέγκλημα και τις κυβερνοεπιθέσεις εναντίον των ΗΠΑ.



Τα περιεχόμενα της Ετήσιας Εκτίμησης Απειλής του 2023.  

Για την Κλιματική Αλλαγή και την Περιβαλλοντική Υποβάθμιση [51], η Ετήσια Εκτίμηση Απειλής αναφέρει ότι η κλιματική αλλαγή αναμένεται να εντείνει τις αρνητικές επιπτώσεις των υπόλοιπων ζητημάτων εθνικής ασφάλειας όπως η μετανάστευση, οι φυσικές καταστροφές, και η ύφεση της οικονομίας, επισημαίνοντας τον κυρίαρχο ρόλο της Κίνας και της Ινδίας πάνω στο θέμα αυτό. 

Τονίζεται επίσης η αρνητική επίπτωση της παράνομης αλιείας στην επισιτιστική και οικονομική ασφάλεια, με πρωτεργάτη την Κίνα. Όσον αφορά την Ασφάλεια της Υγείας [52], το εν λόγω έγγραφο καθορίζει ότι η πανδημία της COVID-19 παραμένει η κύρια απειλή για την παγκόσμια δημόσια υγεία, επηρεάζοντας ταυτόχρονα την οικονομία, την ανθρώπινη ασφάλεια και την πολιτική, αναφέροντας ότι η Κίνα δυσχεραίνει τις προσπάθειες εντοπισμού των αιτιών πρόκλησης της πανδημίας. 

Επιπλέον, επισημαίνει τον κίνδυνο που παρουσιάζει η ανάπτυξη βιολογικών όπλων και η δημιουργία αντίστοιχων αφηγημάτων από την Κίνα, το Ιράν, την Βόρεια Κορέα, και την Ρωσία. Τέλος, γίνεται μνεία σε «ανώμαλα» περιστατικά υγείας, τα αίτια των οποίων –αν και διερευνώνται- συνήθως οφείλονται σε ιατρικούς, περιβαλλοντικούς ή τεχνικούς παράγοντες και όχι στη δράση άλλων κρατών.

Σχετικά με τα Επιπρόσθετα Διεθνή Ζητήματα [53], η Ετήσια Εκτίμηση Απειλής αναφέρει ότι «Οι διεθνείς απειλές αλληλεπιδρούν σε ένα πολύπλοκο σύστημα μαζί με πιο παραδοσιακές απειλές όπως ο στρατηγικός ανταγωνισμός, συχνά ενισχύοντας η μια την άλλη και δημιουργώντας σύνθετους και αλυσιδωτούς κινδύνους για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. 

Οι αυξανόμενες διασυνδέσεις μεταξύ των χωρών -από τις αλυσίδες εφοδιασμού έως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης- επίσης έχουν δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για διακρατικές παρεμβάσεις και συγκρούσεις». Ως τέτοια ζητήματα προσδιορίζονται οι εξελίξεις στην τεχνολογία, οι τάσεις ψηφιακού αυταρχισμού και κακόβουλης επιρροής, η διασπορά πυρηνικών, οι παγκόσμιες οικονομικές συνέπειες του Ρωσο-Ουκρανικού πολέμου, η μετανάστευση, το διεθνές οργανωμένο έγκλημα (ξένα παράνομα ναρκωτικά, ξέπλυμα χρημάτων και οικονομικό έγκλημα, κυβερνοέγκλημα), και η παγκόσμια τρομοκρατία (ISIS, Al-Qa‘ida, Hizballah και οι φυλετικά/εθνοτικά υποκινούμενοι διεθνείς βίαιοι εξτρεμιστές).

Όσον αφορά τις Συγκρούσεις και την Ευθραυστότητα [54], το τελευταίο κεφάλαιο αναφέρει ότι «Οι διακρατικές συγκρούσεις, η κρατική αστάθεια και άλλες προκλήσεις διακυβέρνησης αποτελούν άμεσες και έμμεσες προκλήσεις για τα συμφέροντα των ΗΠΑ στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, καθώς και στους συμμάχους και τους εταίρους μας. 

Οι αυξανόμενες εντάσεις που υποστηρίζονται από την εντατικοποίηση του στρατηγικού ανταγωνισμού παρουσιάζουν πολυάριθμες συνέπειες για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και των εταίρων». Ακολούθως καθορίζονται ως πιθανές διακρατικές συγκρούσεις αυτές μεταξύ Ινδίας-Κίνας, Ινδίας-Πακιστάν, Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας, ως εσωτερικές διαμάχες αυτές στο Ιράκ, την Βιρμανία, την Ανατολική Αφρική (με έμφαση την Ερυθραία, την Αιθιοπία, το Κονγκό, και την Σομαλία) και το Δυτικό Ημισφαίριο (με έμφαση τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική) κάνοντας ειδική μνεία στο Αφγανιστάν.

Τέλος, ως προς τις προκλήσεις διακυβέρνησης, ως σημαντικότερες προσδιορίζονται η οπισθοδρόμηση σε θέματα δημοκρατίας στην Δυτική Αφρική, και οι περιβαλλοντικές συνθήκες στην Ανατολική και Κεντρική Αφρική, η άνοδος λαϊκιστικών κομμάτων στην Ευρώπη, η λαϊκή δυσαρέσκεια και ανατροπή του status quo στο Δυτικό Ημισφαίριο, καθώς και η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης στην Τυνησία.

Η Βασική Απειλή

Αν και στην εισαγωγή της Ετήσιας Εκτίμησης Απειλής των ΗΠΑ αναφέρεται ότι η σειρά των θεμάτων που παρουσιάζονται δεν υποδηλώνει απαραίτητα τη σχετική τους σημασία ή το μέγεθος των απειλών, η έκταση που αφιερώνεται για την ανάλυση κάθε απειλής αποτελεί μια ένδειξη όσον αφορά την προτεραιοποίησή τους. 

Το γεγονός, επομένως, ότι η ανάλυση κινδύνου σχετικά με την Κίνα καταλαμβάνει έξι σελίδες, ενώ οι αντίστοιχες για την Ρωσία, το Ιράν, και την Βόρεια Κορέα καταλαμβάνουν πέντε, τρεις και δύο αντίστοιχα, υποδηλώνει ότι η Κίνα αποτελεί την βασική απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, γεγονός που επαληθεύεται και από το περιεχόμενο της εν λόγω ανάλυσης, ειδικά όσον αφορά τον τομέα της τεχνολογίας και της οικονομίας. 

Αυτό επιβεβαιώνεται εξάλλου και από τη Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2022 [55], στην οποία αναφέρεται ότι «Η Κίνα αποτελεί το μοναδικό ανταγωνιστή που έχει τόσο την πρόθεση να αναδιαμορφώσει την διεθνή τάξη όσο και, ολοένα και περισσότερο, την οικονομική, διπλωματική, στρατιωτική και τεχνολογική ισχύ για να το κάνει» [56].

Δευτερεύουσες αλλά σε καμία περίπτωση αμελητέες απειλές αποτελούν τόσο η Ρωσία, όσο και το Ιράν, και η Βόρεια Κορέα, όχι μόνο λόγω των πυρηνικών τους δυνατοτήτων αλλά και λόγω των αναπτυσσόμενων δυνατοτήτων τους στον τομέα του κυβερνοχώρου και του διαστήματος. 

Για την ακρίβεια, οι δύο αυτοί τομείς αναμένεται να αποτελέσουν δύο από τους πιο ενεργά εμπλεκόμενους τομείς του πολυχωρικού (multidomain) πεδίου διεξαγωγής επιχειρήσεων, μέσω των οποίων διάφοροι δρώντες θα είναι σε θέση να διεξάγουν υβριδικό πόλεμο. Ιδιαίτερη βαρύτητα θα πρέπει να δοθεί τέλος στην προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση φαινομένων παγκόσμιας κλίμακας όπως η κλιματική αλλαγή, οι πανδημίες, οι αθρόες μεταναστευτικές ροές, το διεθνές οργανωμένο έγκλημα, και η τρομοκρατία, καθώς λειτουργούν ως αποσταθεροποιητικοί παράγοντες ευνοώντας την εκδήλωση εσωτερικών αναταραχών και συγκρούσεων. 

Οι καταστάσεις αυτές έχουν οδηγήσει στον χαρακτηρισμό αρκετών κρατών ως «εύθραυστα» (fragile states), προκαλώντας παγκόσμια ανησυχία για το μέλλον της διεθνούς τάξης και ασφάλειας.

Έχοντας αναφέρει τα κυριότερα σημεία της Ετήσιας Εκτίμησης Απειλής των ΗΠΑ, το μόνο που απομένει είναι να παρατηρήσουμε με ποιον τρόπο θα αξιοποιηθούν μελλοντικά τα περιεχόμενά της από την ηγεσία των ΗΠΑ όσον αφορά την διαμόρφωση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. 

Υπό «κανονικές συνθήκες» τα συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει σύσσωμη η αμερικανική κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών, θα έπρεπε να αποτυπωθούν στην επόμενη Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ. Επειδή ωστόσο η τελευταία Στρατηγική αφενός δημοσιεύτηκε μόλις λίγους μήνες πριν την δημοσίευση της Ετήσιας Εκτίμησης Απειλής και, αφετέρου, η περιγραφή του περιβάλλοντος ασφάλειας που περιέχεται στην Στρατηγική δεν παρουσιάζει σημαντικές διαφορές με τα περιεχόμενα της Ετήσιας Εκτίμησης, το πιθανότερο είναι να μη δημοσιευτεί νέα Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας στο προσεχές χρονικό διάστημα.

 Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, δεν θα πρέπει να αναμένεται βελτίωση των διμερών σχέσεων των ΗΠΑ με την Κίνα, την Ρωσία, το Ιράν, και την Βόρεια Κορέα εκτός βέβαια αν σημειωθεί κάποια ριζική αλλαγή στην εξωτερική πολιτική των εν λόγω κρατών, ιδιαίτερα σχετικά με τις πυρηνικές τους δυνατότητες.

 Ενδεχόμενη δε προσέγγιση κάποιων από τα προαναφερθέντα μέρη θα πραγματοποιηθεί κατά πάσα πιθανότητα στην βάση επίλυσης των μειζόνων ζητημάτων παγκόσμιου ενδιαφέροντος που αναφέρθηκαν, καθώς οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν το σημαντικό ρόλο των υπόλοιπων διεθνών δρώντων στην επιτυχή τους αντιμετώπιση.

Πηγή: intelligence.house.gov, intelligence.gov

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια