
Δεν έχει διαβάσει, κατά πάσα πιθανότητα, τον «Ηγεμόνα» του Μακιαβέλι ωστόσο είναι βέβαιο ότι ο Ντόναλντ Τραμπ πιστεύει ακράδαντα πως είναι καλύτερο να σε φοβούνται παρά να σ’ αγαπούν, ένα δίδαγμα που μάλλον του άφησε η πολύχρονη εμπειρία του από τον κόσμο των επιχειρήσεων.
Η μετονομασία του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ σε υπουργείο Πολέμου (από Defence Department σε War Department), μια προεκλογική υπόσχεση του Αμερικανού προέδρου που έγινε πράξη την Παρασκευή με την υπογραφή σχετικού εκτελεστικού διατάγματος, μοιάζει απόλυτα συνεπής με αυτή τη βαθιά ριζωμένη πεποίθηση.
Σε πρώτη ανάγνωση θα μπορούσε να είναι μια κίνηση που έχει να κάνει με την διαβόητη απέχθεια του Τραμπ για την πολιτική ορθότητα. Γιατί να μη λέμε τα πράγματα με τ’ όνομα τους; Τα υπουργεία Αμυνας των μεγάλων δυνάμεων, και ειδικά το αμερικανικό, ήταν άλλωστε πάντα προσανατολισμένα στις ένοπλες συγκρούσεις σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη παρά στην υπεράσπιση της εδαφικής κυριαρχίας.
Δεν ήταν όμως η «woke κουλτούρα», που τόσο εχθρεύεται ο Τραμπ και οι οπαδοί του, εκείνη που γέννησε την αρχική μετονομασία των υπουργείων Πολέμου σε υπουργεία Αμυνας. Ηταν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο πόλεμος που υποτίθεται θα τερμάτιζε κάθε μελλοντικό πόλεμο και η πεποίθηση πως μετά την ήττα του φασισμού η ανθρωπότητα έμπαινε σε μια νέα φωτεινή εποχή υπό την απόλυτη κυριαρχία του διεθνούς δικαίου.
Είναι πόλεμος αλλά δεν το λέμε
Ετσι, και παρά το γεγονός ότι ένας νέος, «ψυχρός» πόλεμος μόλις τότε ξεκινούσε, ο πρόεδρος Χάρι Τρούμαν μετονόμασε το 1947 το War Department σε Defense Department για να στείλει ακριβώς αυτό το μήνυμα: Η Αμερική δεν επιδίωκε σε καμία περίπτωση τον πόλεμο, ήταν απλώς υπερασπιστής της ελευθερίας, της δημοκρατίας και των συμμάχων της.
Είχε την πολυτέλεια να παίζει με τις λέξεις γιατί εκείνη τη στιγμή οι ΗΠΑ ήταν η μοναδική πυρηνική δύναμη. Η πρωτιά δεν κράτησε όμως για πολύ και η νέα πυρηνική εποχή που ανέτειλε έγινε ένας ακόμα παράγοντας που δικαιολογούσε την αλλαγή. Ενας πιθανός πόλεμος μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων θα μπορούσε να είναι ο τελευταίος και αυτό ήταν κάτι που θα έπρεπε πάση θυσία να αποφευχθεί.
Το 1949, το αμερικανικό Κογκρέσο ενέκρινε έτσι τη μετονομασία (κάτι που δεν είναι βέβαιο πως θα κάνει και σήμερα) και πολύ σύντομα ο υπόλοιπος κόσμος διαπίστωσε πως η άμυνα των ΗΠΑ επεκτείνόταν σε τόπους τόσο μακρινούς και εξωτικούς όσο η Κορέα και το Βιετνάμ αρχικά και αργότερα το Αφγανιστάν και το Ιράκ, μεταξύ δεκάδων άλλων περιπτώσεων.
Ακόμα όμως και στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου, η Αμερική μπορούσε να ισχυρίζεται ότι αποκρούει την «κομμουνιστική διείσδυση», όπου κρίνεται απαραίτητο, έχοντας πάντα την ίδια αμυντική διάθεση. Υπερασπιζόταν απλώς τον «ελεύθερο κόσμο». Υπάρχει όμως σήμερα μια ανάλογη κατασκευή; Ο Τζο Μπάιντεν προσπάθησε να την αναβιώσει στην αρχή του πολέμου στην Ουκρανία επικαλούμενος μια σύγκρουση μεταξύ δημοκρατίας και απολυταρχισμού. Ελάχιστοι φάνηκαν ωστόσο να συγκινούνται πέραν των ευρωπαίων.
Επιστροφή στα χρόνια των Μεγάλων Δυνάμεων
Γιατί επομένως να προκαλεί εντύπωση το ότι ο Τραμπ κρίνει πως το υπουργείο Πολέμου «είναι ένα περισσότερο κατάλληλο όνομα, ειδικά υπό το φως του πού βρίσκεται σήμερα ο κόσμος»; Ο Λευκός Οίκος φαίνεται να επιταχύνει μια διαδικασία που ήδη έχει αρχίσει: την αποδιάρθρωση των μεταπολεμικών πολυμερών ρυθμίσεων για τη διατήρηση της διεθνούς τάξης και την επιστροφή στην εποχή των Μεγάλων Δυνάμεων.
Όλα αυτά δεν είναι βέβαια καινούργια. Το πραγματικά καινούργιο είναι αυτή η ειλικρίνεια στα όρια της ωμότητας. Κι αυτή η απροκάλυπτη επιθετικότητα. Με την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, οι ΗΠΑ εμφανίζονται να διεκδικούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από …τον Καναδά μέχρι τη «Ριβιέρα» της Γάζας. Και από τη διώρυγα του Παναμά μέχρι τη Γροιλανδία.
«Δεν είμαστε μόνο άμυνα, είμαστε και επίθεση» το κάνει ακόμα πιο λιανά, ο υπουργός Άμυνας-Πολέμου, Πητ Χέγκσεθ. Ενα μήνυμα που οι ΗΠΑ φρόντισαν να στείλουν και εμπράκτως την προηγούμενη εβδομάδα με την επίθεση σε μικρό σκάφος που έπλεε στη νότια Καραϊβική. Λευκός Οίκος και Πεντάγωνο καυχήθηκαν αργότερα για τον φόνο 11 ατόμων από το χτύπημα υποστηρίζοντας πως το σκάφος μετέφερε ναρκωτικά από τη Βενεζουέλα.
Ένα υπουργείο Αμυνας θα δυσκολευόταν, όπως και να το κάνουμε, να δικαιολογήσει παρόμοιες ενέργειες. Ένα υπουργείο Πολέμου, ωστόσο, μοιάζει περισσότερο προσανατολισμένο στις λεγόμενες «ασύμμετρες συγκρούσεις» χτυπώντας κατά βούληση στόχους σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Αυτή τη φορά εχθρός ήταν η «ναρκο-τρομοκρατία», την προηγούμενη ήταν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αύριο θα μπορούσε να είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.
Προληπτικά χτυπήματα και «εσωτερικός εχθρός»
Αυτό επομένως θα μπορούσε να είναι το βασικό μήνυμα της πρόσφατης μετονομασίας. Χτυπάμε πρώτοι, χτυπάμε όπου επιλέξουμε, δεν παίζουμε αναγκαστικά με βάση τους κανόνες. Ξεχάστε την εποχή της «ήπιας ισχύος», η «σκληρή ισχύς» είναι τελικά η μόνη που μετράει.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Ένα υπουργείο Πολέμου στη θέση ενός υπουργείου Αμυνας μπορεί με μεγαλύτερη άνεση να εργαλειοποιηθεί για κάτι που θα έμοιαζε αδιανόητο πριν τον Τραμπ: την ανάπτυξη ενόπλων δυνάμεων στις αμερικανικές μεγαλουπόλεις σε ρόλο μιας οπλισμένης μέχρι τα δόντια αστυνομίας που θα υλοποιεί το πρόγραμμα μαζικών απελάσεων παράτυπων μεταναστών το οποίο έχει εξαγγείλει ο Αμερικανός πρόεδρος.
«Το Σικάγο σε λίγο θα μάθει γιατί λέγεται υπουργείο Πολέμου» ήταν η λεζάντα που συνόδευε το Σάββατο ανάρτηση του Τραμπ στο Truth Social: μια ψηφιακά επεξεργασμένη εικόνα που εμφάνιζε τον πρόεδρο να εποπτεύει ένα σμήνος μαχητικών ελικοπτέρων το οποίο κινείται απειλητικά προς την τρίτη μεγαλύτερη πόλη των ΗΠΑ.
Η αμφίβολη υπεράσπιση
Αποδέκτες σε αυτή την περίπτωση είναι όσοι θεωρούνται εχθροί, εξωτερικοί αλλά και «εσωτερικοί». Το μήνυμα όμως θα μπορούσε να απευθύνεται και προς τους συμμάχους: Μην ποντάρετε και τόσο στο ότι θα σπεύσουμε να σας υπερασπιστούμε αν τα βρείτε δύσκολα.
Γιατί η κίνηση του Τρούμαν σε συνδυασμό με την ύπαρξη του εξίσου «αμυντικού» ΝΑΤΟ, υπονοούσε κάποτε και αυτό. Στα αγγλικά, defense σημαίνει τόσο άμυνα όσο και υπεράσπιση. Οι υπέρμαχοι του MAGA (Make America Great Again) δεν διακρίνονται όμως ιδιαίτερα ούτε για την αλληλεγγύη – όπως δείχνει περίτρανα και η περίπτωση της Ουκρανίας – ούτε για τη συνέπεια.
Μια τόσο κυνική και απροκάλυπτα επιθετική εξωτερική πολιτική δεν εγγυάται βέβαια την επιτυχία. «Φαίνεται πως χάσαμε την Ινδία προς όφελος της βαθιάς, σκοτεινής Κίνας» σχολίασε με θρηνητικό ύφος ο Τραμπ στο Truth Social λίγο αφότου υπέγραφε το διάταγμα για την μετονομασία του υπουργείου Άμυνας.
Φυσικά δεν ήταν αυτή η ενέργεια αλλά οι τιμωρητικοί δασμοί που επέβαλε η Ουάσιγκτον στο Νέο Δελχί εκείνοι που σήμερα σπρώχνουν την Ινδία στην αγκαλιά μιας παραδοσιακά ανταγωνιστικής της δύναμης. Επειδή όλοι αυτοί οι λεονταρισμοί συνοδεύονται από μπόλικες αντιφάσεις.
Απομένει να φανεί αν τελικά η Κίνα, που προς το παρόν εμμένει στην πολιτική της ήπιας ισχύος, θα σπεύσει κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον να καλύψει το κενό που δημιουργείται. Προσπαθώντας να γίνει εκείνη που εμφανίζεται πλέον ως εγγυητής της ειρήνης, της ασφάλειας και της παγκόσμιας σταθερότητας.
Πηγη:gr.euronews.com
Η μετονομασία του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ σε υπουργείο Πολέμου (από Defence Department σε War Department), μια προεκλογική υπόσχεση του Αμερικανού προέδρου που έγινε πράξη την Παρασκευή με την υπογραφή σχετικού εκτελεστικού διατάγματος, μοιάζει απόλυτα συνεπής με αυτή τη βαθιά ριζωμένη πεποίθηση.
Σε πρώτη ανάγνωση θα μπορούσε να είναι μια κίνηση που έχει να κάνει με την διαβόητη απέχθεια του Τραμπ για την πολιτική ορθότητα. Γιατί να μη λέμε τα πράγματα με τ’ όνομα τους; Τα υπουργεία Αμυνας των μεγάλων δυνάμεων, και ειδικά το αμερικανικό, ήταν άλλωστε πάντα προσανατολισμένα στις ένοπλες συγκρούσεις σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη παρά στην υπεράσπιση της εδαφικής κυριαρχίας.
Δεν ήταν όμως η «woke κουλτούρα», που τόσο εχθρεύεται ο Τραμπ και οι οπαδοί του, εκείνη που γέννησε την αρχική μετονομασία των υπουργείων Πολέμου σε υπουργεία Αμυνας. Ηταν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο πόλεμος που υποτίθεται θα τερμάτιζε κάθε μελλοντικό πόλεμο και η πεποίθηση πως μετά την ήττα του φασισμού η ανθρωπότητα έμπαινε σε μια νέα φωτεινή εποχή υπό την απόλυτη κυριαρχία του διεθνούς δικαίου.
Είναι πόλεμος αλλά δεν το λέμε
Ετσι, και παρά το γεγονός ότι ένας νέος, «ψυχρός» πόλεμος μόλις τότε ξεκινούσε, ο πρόεδρος Χάρι Τρούμαν μετονόμασε το 1947 το War Department σε Defense Department για να στείλει ακριβώς αυτό το μήνυμα: Η Αμερική δεν επιδίωκε σε καμία περίπτωση τον πόλεμο, ήταν απλώς υπερασπιστής της ελευθερίας, της δημοκρατίας και των συμμάχων της.
Είχε την πολυτέλεια να παίζει με τις λέξεις γιατί εκείνη τη στιγμή οι ΗΠΑ ήταν η μοναδική πυρηνική δύναμη. Η πρωτιά δεν κράτησε όμως για πολύ και η νέα πυρηνική εποχή που ανέτειλε έγινε ένας ακόμα παράγοντας που δικαιολογούσε την αλλαγή. Ενας πιθανός πόλεμος μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων θα μπορούσε να είναι ο τελευταίος και αυτό ήταν κάτι που θα έπρεπε πάση θυσία να αποφευχθεί.
Το 1949, το αμερικανικό Κογκρέσο ενέκρινε έτσι τη μετονομασία (κάτι που δεν είναι βέβαιο πως θα κάνει και σήμερα) και πολύ σύντομα ο υπόλοιπος κόσμος διαπίστωσε πως η άμυνα των ΗΠΑ επεκτείνόταν σε τόπους τόσο μακρινούς και εξωτικούς όσο η Κορέα και το Βιετνάμ αρχικά και αργότερα το Αφγανιστάν και το Ιράκ, μεταξύ δεκάδων άλλων περιπτώσεων.
Ακόμα όμως και στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου, η Αμερική μπορούσε να ισχυρίζεται ότι αποκρούει την «κομμουνιστική διείσδυση», όπου κρίνεται απαραίτητο, έχοντας πάντα την ίδια αμυντική διάθεση. Υπερασπιζόταν απλώς τον «ελεύθερο κόσμο». Υπάρχει όμως σήμερα μια ανάλογη κατασκευή; Ο Τζο Μπάιντεν προσπάθησε να την αναβιώσει στην αρχή του πολέμου στην Ουκρανία επικαλούμενος μια σύγκρουση μεταξύ δημοκρατίας και απολυταρχισμού. Ελάχιστοι φάνηκαν ωστόσο να συγκινούνται πέραν των ευρωπαίων.
Επιστροφή στα χρόνια των Μεγάλων Δυνάμεων
Γιατί επομένως να προκαλεί εντύπωση το ότι ο Τραμπ κρίνει πως το υπουργείο Πολέμου «είναι ένα περισσότερο κατάλληλο όνομα, ειδικά υπό το φως του πού βρίσκεται σήμερα ο κόσμος»; Ο Λευκός Οίκος φαίνεται να επιταχύνει μια διαδικασία που ήδη έχει αρχίσει: την αποδιάρθρωση των μεταπολεμικών πολυμερών ρυθμίσεων για τη διατήρηση της διεθνούς τάξης και την επιστροφή στην εποχή των Μεγάλων Δυνάμεων.
Όλα αυτά δεν είναι βέβαια καινούργια. Το πραγματικά καινούργιο είναι αυτή η ειλικρίνεια στα όρια της ωμότητας. Κι αυτή η απροκάλυπτη επιθετικότητα. Με την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, οι ΗΠΑ εμφανίζονται να διεκδικούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από …τον Καναδά μέχρι τη «Ριβιέρα» της Γάζας. Και από τη διώρυγα του Παναμά μέχρι τη Γροιλανδία.
«Δεν είμαστε μόνο άμυνα, είμαστε και επίθεση» το κάνει ακόμα πιο λιανά, ο υπουργός Άμυνας-Πολέμου, Πητ Χέγκσεθ. Ενα μήνυμα που οι ΗΠΑ φρόντισαν να στείλουν και εμπράκτως την προηγούμενη εβδομάδα με την επίθεση σε μικρό σκάφος που έπλεε στη νότια Καραϊβική. Λευκός Οίκος και Πεντάγωνο καυχήθηκαν αργότερα για τον φόνο 11 ατόμων από το χτύπημα υποστηρίζοντας πως το σκάφος μετέφερε ναρκωτικά από τη Βενεζουέλα.
Ένα υπουργείο Αμυνας θα δυσκολευόταν, όπως και να το κάνουμε, να δικαιολογήσει παρόμοιες ενέργειες. Ένα υπουργείο Πολέμου, ωστόσο, μοιάζει περισσότερο προσανατολισμένο στις λεγόμενες «ασύμμετρες συγκρούσεις» χτυπώντας κατά βούληση στόχους σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Αυτή τη φορά εχθρός ήταν η «ναρκο-τρομοκρατία», την προηγούμενη ήταν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αύριο θα μπορούσε να είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.
Προληπτικά χτυπήματα και «εσωτερικός εχθρός»
Αυτό επομένως θα μπορούσε να είναι το βασικό μήνυμα της πρόσφατης μετονομασίας. Χτυπάμε πρώτοι, χτυπάμε όπου επιλέξουμε, δεν παίζουμε αναγκαστικά με βάση τους κανόνες. Ξεχάστε την εποχή της «ήπιας ισχύος», η «σκληρή ισχύς» είναι τελικά η μόνη που μετράει.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Ένα υπουργείο Πολέμου στη θέση ενός υπουργείου Αμυνας μπορεί με μεγαλύτερη άνεση να εργαλειοποιηθεί για κάτι που θα έμοιαζε αδιανόητο πριν τον Τραμπ: την ανάπτυξη ενόπλων δυνάμεων στις αμερικανικές μεγαλουπόλεις σε ρόλο μιας οπλισμένης μέχρι τα δόντια αστυνομίας που θα υλοποιεί το πρόγραμμα μαζικών απελάσεων παράτυπων μεταναστών το οποίο έχει εξαγγείλει ο Αμερικανός πρόεδρος.
«Το Σικάγο σε λίγο θα μάθει γιατί λέγεται υπουργείο Πολέμου» ήταν η λεζάντα που συνόδευε το Σάββατο ανάρτηση του Τραμπ στο Truth Social: μια ψηφιακά επεξεργασμένη εικόνα που εμφάνιζε τον πρόεδρο να εποπτεύει ένα σμήνος μαχητικών ελικοπτέρων το οποίο κινείται απειλητικά προς την τρίτη μεγαλύτερη πόλη των ΗΠΑ.
Η αμφίβολη υπεράσπιση
Αποδέκτες σε αυτή την περίπτωση είναι όσοι θεωρούνται εχθροί, εξωτερικοί αλλά και «εσωτερικοί». Το μήνυμα όμως θα μπορούσε να απευθύνεται και προς τους συμμάχους: Μην ποντάρετε και τόσο στο ότι θα σπεύσουμε να σας υπερασπιστούμε αν τα βρείτε δύσκολα.
Γιατί η κίνηση του Τρούμαν σε συνδυασμό με την ύπαρξη του εξίσου «αμυντικού» ΝΑΤΟ, υπονοούσε κάποτε και αυτό. Στα αγγλικά, defense σημαίνει τόσο άμυνα όσο και υπεράσπιση. Οι υπέρμαχοι του MAGA (Make America Great Again) δεν διακρίνονται όμως ιδιαίτερα ούτε για την αλληλεγγύη – όπως δείχνει περίτρανα και η περίπτωση της Ουκρανίας – ούτε για τη συνέπεια.
Μια τόσο κυνική και απροκάλυπτα επιθετική εξωτερική πολιτική δεν εγγυάται βέβαια την επιτυχία. «Φαίνεται πως χάσαμε την Ινδία προς όφελος της βαθιάς, σκοτεινής Κίνας» σχολίασε με θρηνητικό ύφος ο Τραμπ στο Truth Social λίγο αφότου υπέγραφε το διάταγμα για την μετονομασία του υπουργείου Άμυνας.
Φυσικά δεν ήταν αυτή η ενέργεια αλλά οι τιμωρητικοί δασμοί που επέβαλε η Ουάσιγκτον στο Νέο Δελχί εκείνοι που σήμερα σπρώχνουν την Ινδία στην αγκαλιά μιας παραδοσιακά ανταγωνιστικής της δύναμης. Επειδή όλοι αυτοί οι λεονταρισμοί συνοδεύονται από μπόλικες αντιφάσεις.
Απομένει να φανεί αν τελικά η Κίνα, που προς το παρόν εμμένει στην πολιτική της ήπιας ισχύος, θα σπεύσει κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον να καλύψει το κενό που δημιουργείται. Προσπαθώντας να γίνει εκείνη που εμφανίζεται πλέον ως εγγυητής της ειρήνης, της ασφάλειας και της παγκόσμιας σταθερότητας.
Πηγη:gr.euronews.com
0 Σχόλια