Ουκρανία: Τα κρίσιμα λάθη υπολογισμών από τις ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών
23 Σεπτεμβρίου
Από Βασίλης Γιαννακόπουλος*, αναδημοσίευση απο το topontiki.gr
Περίπου επτά μήνες μετά την έναρξη της ρωσο-ουκρανικής κρίσης παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδιευκρίνιστοι οι αρχικοί στόχοι και τα επιχειρησιακά σχέδια των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, προκύπτει ότι καθορίστηκαν μη ρεαλιστικοί στόχοι και χρονοδιαγράμματα, γεγονός που έως έναν βαθμό εξηγεί την αναποτελεσματικότητα του ρωσικού στρατού, η οποία φαίνεται να οφείλεται τόσο στην επιχειρησιακή σχεδίαση όσο και στην επιχειρησιακή εκπαίδευσή του, αλλά κυρίως στη συλλογή και την εκμετάλλευση των στρατιωτικών πληροφοριών.1
Όλα αυτά συμβαίνουν παρότι, τα τελευταία δέκα χρόνια, η Ρωσία έχει αυξήσει την επιχειρησιακή δυνατότητα των ενόπλων δυνάμεών της και αυτό φάνηκε κατά την εισβολή της στην Ουκρανία το 2014 και την επέμβασή της στη Συρία το 2015.
Δεν θα ήταν υπερβολή να θεωρήσουμε ότι αυτή η πρόσθετη επιχειρησιακή δυνατότητα και οι επιτυχίες στα προαναφερθέντα θέατρα επιχειρήσεων της προηγούμενης δεκαετίας οδήγησαν τη ρωσική κυβέρνηση να πολλαπλασιάσει τις πολιτικές της επιλογές και να εφαρμόσει μια ιδιαίτερα επιθετική εξωτερική πολιτική.
Στις 25 Φεβρουαρίου 2022, το Πεντάγωνο υπολόγιζε ότι η Ρωσία είχε δεσμεύσει το ένα τρίτο των διαθέσιμων στρατευμάτων της στην Ουκρανία και εκτιμούσε ότι οι αρχικές ρωσικές επιθετικές επιχειρήσεις είχαν στόχο αφενός τον «αποκεφαλισμό» της ουκρανικής κυβέρνησης, αφετέρου την κατάληψη κρίσιμων περιοχών της ανατολικής και νότιας Ουκρανίας από ταχέως κινούμενες ρωσικές μονάδες, παρόμοια με την κατάληψη της Κριμαίας το 2014.
Πράγματι το Κρεμλίνο εφάρμοσε μια στρατηγική σύμφωνα με την οποία ανέμενε ότι ο ουκρανικός στρατός θα ήταν αναποτελεσματικός και η ουκρανική πολιτική ηγεσία θα μπορούσε (εύκολα) να αντικατασταθεί.2
Τον Μάρτιο του 2022, ο διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Central Intelligence Agency – CIA) Ουίλιαμ Μπερνς κατέθεσε ενώπιον της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής (House Intelligence Committee) ότι «ο Πούτιν ήταν σίγουρος ότι είχε εκσυγχρονίσει τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις και ότι αυτές ήταν ικανές για μια γρήγορη και αποφασιστική νίκη, με ελάχιστο κόστος. Τελικά, αποδείχθηκε ότι έκανε λάθος από κάθε άποψη».3
Δυτικοί αναλυτές εικάζουν ότι ο Πούτιν και άλλοι Ρώσοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορεί να κατέληξαν σε λανθασμένες επιλογές εν μέρει λόγω της κακής ποιότητας των στρατιωτικών πληροφοριών, αλλά και της προθυμίας των υφισταμένων τους να μεταφέρουν μόνο θετικές πληροφορίες στη ρωσική πολιτικο-στρατιωτική ηγεσία.4
Πρόσφατα δημοσιεύματα των ΜΜΕ καταδεικνύουν ότι η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας (Federal Security Service – FSB) υπερεκτίμησε την επιρροή της και τα δίκτυα συλλογής στρατιωτικών πληροφοριών εντός της Ουκρανίας, συμβάλλοντας πιθανώς σε μια ψευδή προσδοκία μιας γρήγορης αλλαγής της ουκρανικής κυβέρνησης.5
Επιπρόσθετα πολλοί αναλυτές εικάζουν ότι «ένας σχετικά μικρός κύκλος συμβούλων μπορεί να είχε τεράστια επιρροή στον Πούτιν, γεγονός που συνέβαλε σε δυνητικά μη ρεαλιστικά σενάρια». Εκτιμάται ότι αυτός ο κύκλος περιλαμβάνει και τον υπουργό Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού, ο οποίος μάλλον υπερεκτίμησε την επιχειρησιακή δυνατότητα του ρωσικού στρατού.6 Απώλειες ρωσικού εξοπλισμού
Η Ρωσία έχει υποστεί σημαντικές απώλειες του στρατιωτικού της εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων των τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης, των αρμάτων μάχης και των οπλικών συστημάτων πυροβολικού.7 Αυτές οι απώλειες ανάγκασαν τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις να μεταφέρουν παλαιότερα οπλικά συστήματα από τις στρατιωτικές αποθήκες και να τα αναπτύξουν στο πεδίο της μάχης.8
Επιπλέον ορισμένες αναφορές καταδεικνύουν ότι η Ρωσία κινητοποιεί την αμυντική βιομηχανία της προκειμένου να προβεί στην παραγωγή και την επισκευή πληθώρας σύγχρονων και παλαιότερων οπλικών συστημάτων. Ωστόσο εκτιμάται ότι θα απαιτηθούν αρκετοί μήνες για να μπορέσει να αποκτήσει πλήρη παραγωγική δυνατότητα. Εν ολίγοις, δεν είναι σαφές πόσο χρονικό διάστημα και σε ποιον βαθμό θα καταφέρει να αντικαταστήσει τις απώλειες του στρατιωτικού της εξοπλισμού.
Επιπρόσθετα, στην παρούσα φάση, διίστανται οι εκτιμήσεις σχετικά με την ικανότητα της Ρωσίας να προμηθεύεται βασικά εξαρτήματα για προηγμένα όπλα (συμπεριλαμβανομένων των μικροτσίπ). Περιορισμένες είναι και οι πληροφορίες για το αν τρίτες χώρες, όπως η Κίνα, η Ινδία ή η Βόρεια Κορέα, είναι πρόθυμες να ρισκάρουν τις σχέσεις τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη για να στηρίξουν τη ρωσική αμυντική βιομηχανία.
Επίσης δεν είναι σαφές εάν η Ρωσία κατέχει επαρκή αποθέματα κρίσιμων εξαρτημάτων, ώστε να συνεχίσει να παράγει προηγμένα όπλα, ή εάν η ικανότητά της να αναπληρώνει τα αποθέματα είναι περιορισμένη.9 Πυρηνική απειλή
Σχετικά με τα ρωσικά όπλα μαζικής καταστροφής (πυρηνικά, χημικά και βιολογικά) εκτιμάται ότι η πιθανότητα χρησιμοποίησής τους είναι ιδιαίτερα περιορισμένη. Ωστόσο η πυρηνική ασφάλεια στο ευρύτερο περιφερειακό επίπεδο δεν είναι δεδομένη, λόγω της ύπαρξης και λειτουργίας τεσσάρων ουκρανικών πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος (συνολικά 15 αντιδραστήρες ελαφρού ύδατος), εντός της εμπόλεμης ζώνης.
Στις 4 Μαρτίου οι ρωσικές δυνάμεις επιτέθηκαν και κατέλαβαν τον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια στη νοτιοανατολική Ουκρανία. Η συνεχιζόμενη στρατιωτική κατάληψη από τις ρωσικές δυνάμεις και οι συνεχιζόμενοι βομβαρδισμοί πέριξ του εν λόγω πυρηνικού σταθμού, του μεγαλύτερου στην Ευρώπη με έξι αντιδραστήρες, έχουν δημιουργήσει ιδιαίτερη ανησυχία σχετικά με την πιθανότητα έκλυσης ραδιενέργειας στο περιβάλλον.
Την 1η Σεπτεμβρίου, ύστερα από μήνες διαπραγματεύσεων, μια ομάδα εμπειρογνωμόνων της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας μετέβη στον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια, όπου αφενός διαπίστωσε εκτεταμένες ζημιές λόγω των επαναλαμβανόμενων βομβαρδισμών, αφετέρου προειδοποίησε ότι «η συνεχιζόμενη στρατιωτική δραστηριότητα συνιστά συνεχή απειλή για την πυρηνική ασφάλεια».
Μια τυχαία ή εκούσια στοχοποίηση ενός πυρηνικού αντιδραστήρα μπορεί να προκαλέσει έκλυση ραδιενέργειας, κυρίως λόγωτης απώλειας του ψυκτικού υγρού και των χημικών εκρήξεων που θα ακολουθήσουν (Φουκουσίμα, 11 Μαρτίου 2011), της ρήξης των δομών συγκράτησης του αντιδραστήρα (Τσερνόμπιλ, 26 Απριλίου 1986) και της πιθανής καταστροφής των δεξαμενών αποθήκευσης των χρησιμοποιηθέντων πυρηνικών καυσίμων.
Ανθρώπινες απώλειες
Οι διάφορες εκτιμήσεις για τις ανθρώπινες απώλειες, κατά τη διάρκεια του ρωσο-ουκρανικού πολέμου, αφενός ποικίλλουν ευρέως, αφετέρου δεν θεωρούνται αξιόπιστες. Σε κάθε περίπτωση η επαλήθευση του ακριβούς αριθμού των απωλειών είναι σχεδόν αδύνατη.
1. Απώλειες Ρώσων: Στα τέλη Μαρτίου η ρωσική κυβέρνηση ανακοίνωσε επίσημα ότι 1.351 Ρώσοι στρατιώτες είχαν σκοτωθεί και άλλοι 3.850 τραυματίστηκαν. Στις 20 Μαρτίου (περίπου έναν μήνα μετά την έναρξη των εχθροπραξιών), η φιλοκρεμλινική εφημερίδα «Komsomolskaya Pravda» δημοσίευσε στοιχεία του ρωσικού υπουργείου Άμυνας, σύμφωνα με τα οποία είχαν χάσει τη ζωή τους 9.861 Ρώσοι στρατιώτες. Αυτός ο αριθμός παραμένει ανεπιβεβαίωτος, ενώ η εφημερίδα διέγραψε το δημοσίευμα από την ιστοσελίδα της, δηλώνοντας ότι είχε χακαριστεί. Έκτοτε η Ρωσία δεν έχει προβεί σε καμία επίσημη ενημέρωση για ανθρώπινες απώλειες.
Τον Ιούλιο ο διευθυντής της CIA Ουίλιαμ Μπερνς υπολόγισε ότι οι ρωσικές ανθρώπινες απώλειες ανέρχονταν σε 15.000 νεκρούς. Στις αρχές Αυγούστου, ο Αμερικανός υφυπουργός Άμυνας Κόλιν Καλ δήλωσε ότι «οι Ρώσοι έχουν χάσει 70.000 έως 80.000 στρατιώτες σε λιγότερους από έξι μήνες».
2. Απώλειες Ουκρανών: Μέχρι πρόσφατα η Ουκρανία ήταν απρόθυμη να δημοσιεύσει στοιχεία για τα θύματα του πολέμου. Όμως, τον Ιούνιο, Ουκρανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι «100-200 στρατιώτες έχαναν τη ζωή τους καθημερινά, κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων στο Σεβεροντόνετσκ». Στις 22 Αυγούστου, ο διοικητής των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων Βάλερι Ζαλούζνι δήλωσε ότι «η Ουκρανία είχε σχεδόν 9.000 νεκρούς».
3. Απώλειες αμάχων: Μέχρι τον Αύγουστο η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα είχε καταγράψει 5.587 νεκρούς και 7.890 τραυματίες άμαχους. Ωστόσο, οι πραγματικοί αριθμοί είναι αρκετά μεγαλύτεροι. Για παράδειγμα στη Μαριούπολη, μια πόλη που υπέστη ιδιαίτερα σοβαρές απώλειες αμάχων, ουκρανικές πηγές ανέφεραν ότι στα τοπικά νεκροτομεία είχαν καταγραφεί τουλάχιστον 87.000 νεκροί. Τερματισμός ή επιδείνωση;
Σήμερα οι περισσότεροι Δυτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η πιθανότητα για πολιτική διευθέτηση ή τερματισμό των εχθροπραξιών είναι περιορισμένη. Ορισμένοι αναλυτές αναμένουν από τη Ρωσία να συμφωνήσει σε μια πολιτική διευθέτηση ή κατάπαυση του πυρός εφόσον, προηγουμένως, καταφέρει να πραγματοποιήσει αρκετά (;) εδαφικά κέρδη, προκειμένου να παρουσιάσει ένα νικηφόρο αφήγημα στον ρωσικό λαό.
Κάποιοι άλλοι αναλυτές διερωτώνται «εάν οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις διαθέτουν την επιχειρησιακή δυνατότητα για να επιτύχουν σύντομα ένα αποφασιστικό αποτέλεσμα ή εάν οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις θα κατορθώσουν να διατηρήσουν την υψηλή επιχειρησιακή τους δυνατότητα κατά τη διάρκεια του χειμώνα».
Από την πλευρά της η Ρωσία πιστεύει ότι, ενόψει του χειμώνα, θα διατηρήσει την υπεροχή, που θα της επιτρέψει να πρωταγωνιστήσει στα ουκρανικά θέατρα επιχειρήσεων. Μάλιστα, ισχυρίζεται ότι όχι μόνο η οικονομία της θα ξεπεράσει τις διεθνείς κυρώσεις, αλλά και ότι η διεθνής υποστήριξη υπέρ της Ουκρανίας θα μειωθεί, καθώς η ενεργειακή ασφάλεια για την Ευρώπη θα επιδεινωθεί περαιτέρω.10 Πάντως, μέχρι στιγμής, δεν έχει καταστεί σαφές εάν οι πρόσφατες (αρχές Σεπτεμβρίου) αποτυχίες των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων στο πεδίο της μάχης επηρέασαν αυτές τις απόψεις.
Σε γενικές γραμμές για την Ουκρανία επικρατεί αισιοδοξία, καθώς, στην παρούσα φάση, η δυναμική έχει κινηθεί υπέρ της, καθότι οι ουκρανικές δυνάμεις ανακτούν εδάφη και ο ρωσικός στρατός υποχωρεί.11 Να σημειώσουμε ότι, κατά την πρόσφατη επίθεση της Ουκρανίας στο Χάρκοβο, πέρα από την ανακατάληψη εδαφών, οι ουκρανικές δυνάμεις κατάσχεσαν μεγάλες ποσότητες ρωσικών όπλων και πυρομαχικών.12
Ωστόσο ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ δήλωσε πρόσφατα ότι «η αντεπίθεση της Ουκρανίας κατά των ρωσικών στρατευμάτων ήταν πολύ αποτελεσματική», αλλά ταυτόχρονα προειδοποίησε τις χώρες – μέλη της Συμμαχίας «να προετοιμαστούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς αυτό δεν σηματοδοτεί την έναρξη του τέλους του πολέμου».
* Ο Βασίλης Γιαννακόπουλος είναι γεωστρατηγικός αναλυτής (geostrategical@yahoo.gr)
0 Σχόλια