Η σερβική πολιτική και οι γεωπολιτικες του Σέρβου Προέδρου




Το Σερβικό Προοδευτικό Κόμμα (SNS) του Aleksandar Vučić δημιουργήθηκε ύστερα από την απόσχισή του από το Σερβικό Ριζοσπαστικό Κόμμα του Vojislav Seselj, με τον Vučić να υπηρετεί μέχρι τότε μιαν ακροδεξιά ιδεολογία, η οποία παρουσιάζει ελάχιστες ομοιότητες με την πολιτική ατζέντα που έχει υιοθετήσει τα τελευταία χρόνια, καθώς υποστηρίζεται πλέον η ευρωπαϊκή προοπτική της Σερβίας και ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην υπεράσπιση της Ορθοδοξίας.

Όπως καταδεικνύεται από τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές που έλαβαν χώρα στις 21 Ιουνίου του 2020, ο Πρόεδρος Aleksandar Vučić, χρησιμοποιώντας την πλήρη επιρροή που ασκεί σε όλους τους τομείς της σερβικής κοινωνίας, αυτοπροβάλλεται ως ο απόλυτος κι αναντικατάστατος ηγέτης της Σερβίας. 

Αυτό γίνεται αισθητό, καθώς ο ίδιος δε φαίνεται να προωθεί τόσο το Σερβικό Προοδευτικό Κόμμα που τον ανέδειξε νικητή και συνέβαλε στην άνοδο του στην εξουσία, αλλά πολύ περισσότερο τον ίδιο τον εαυτό του, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την επιλογή του ονόματος του συνασπισμού “Aleksandar Vučić- Για τα παιδιά μας” (Vasovic, 2020). 

Η θριαμβευτική του αυτή εκλογική επιτυχία, με ποσοστό 60,65% και τη νίκη 188 θέσεων από τις 250, σηματοδοτεί μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο στη σερβική πολιτική σκηνή, καθώς υποδεικνύει ουσιαστικά την απουσία αντιπολίτευσης για να καταδείξει τις όποιες κοινωνικές παθογένειες και να προβάλει αντίσταση, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο (Dragojlo, 2021).

Στην παρούσα ερευνητική ανάλυση θα επιχειρηθεί, αρχικά, μια διεξοδική αναφορά στα χαρακτηριστικά της σύγχρονης πολιτικής που εφαρμόζει ο Πρόεδρος Vucić τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό της Σερβίας. Ακόμα, θα γίνει λόγος σχετικά με το γεωπολιτικό του όραμα, όπως αυτό παρουσιάζεται στη σύγχρονη εποχή και με τις μορφές τις οποίες παίρνει. 

Ως κύριο σημείο αναφοράς τίθεται η αύξηση της ισχυροποίησης της Σερβίας στην ευρύτερη περιοχή και στη συνέχεια θα μελετηθούν οι προοπτικές της σερβικής εξωτερικής πολιτικής αφενός, και η σύνδεσή της με το όραμα του Vučić, το οποίο ονομάζεται “Σερβικός Κόσμος”αφετέρου.

Η σερβική εσωτερική πολιτική

Τα τελευταία χρόνια αποτελεί κοινό φαινόμενο η ανάδυση πολιτικών ηγετών και κομμάτων που εφαρμόζουν ένα μείγμα εθνικιστικής και λαϊκιστικής πολιτικής (Hague et al., 2020, 49). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του φαινομένου αποτελεί και ο Σέρβος Πρόεδρος Aleksandar Vucić, ο οποίος όμως ακολουθεί σαφώς περισσότερο μια λαϊκιστική πολιτική, κατορθώνοντας με αυτόν τον τρόπο να κρύψει τις πιο εθνικιστικές του ιδέες. Η προσωποκεντρική Σερβία του Vucić σήμερα μπορεί να θεωρηθεί ένα υβριδικό κράτος, ένα συνονθύλευμα δηλαδή δημοκρατικών και απολυταρχικών στοιχείων, καθώς αποτελεί, από τη μια πλευρά, μια κοινοβουλευτική δημοκρατία, με ανταγωνιστικές πολυκομματικές εκλογές, αλλά από την άλλη σημειώνονται εκλογές αμφιβόλου αξιοπιστίας, μεγάλα ποσοστά διαφθοράς, μη ανεξαρτησία του δικαστικού σώματος, παρενοχλήσεις σε δημοσιογράφους. Ο Vucić χρησιμοποιεί τον απόλυτο έλεγχο που ασκεί στα ΜΜΕ σαν ένας ικανός απολυταρχικός ηγέτης για να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα, πολύ προτού ξεκινήσει η προεκλογική περίοδος.

Με άλλα λόγια, όπως γίνεται κατανοητό, χρησιμοποιεί με επιδέξιους χειρισμούς τα απολυταρχικά αυτά χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν, με απώτερο στόχο του φυσικά την παραμονή του στην εξουσία. Γι’ αυτό το λόγο, όσον αφορά την ελευθερία των ΜΜΕ, φαίνεται ότι ο Πρόεδρος Vucić βαδίζει στα χνάρια του Ούγγρου Πρωθυπουργού Viktor Orban, υπονομεύοντας τη δημοκρατικότητά τους τόσο άμεσα, μέσα από προσπάθειες εκφοβισμού και παρενόχλησης δημοσιογράφων, όσο και έμμεσα, μέσα από μια σειρά ασκούμενων πιέσεων, στον φορολογικό κυρίως τομέα, σε όσους δεν είναι φιλικά προσκείμενοι στο καθεστώς του (Zivanovic, 2019). Οι οικονομικές και μη κυρώσεις που επιβάλλονται στους υπερασπιστές της ελευθερίας του λόγου φαίνεται ότι δεν είναι νέα πρακτική στην Σερβία, καθώς η ίδια ποτέ δεν αποτέλεσε ένα ασφαλές περιβάλλον για τους δημοσιογράφους, ήδη από την εποχή του Josip Broz Tito και του Slobodan Milosevic (Vasovic, 2021a).

Ο εκδημοκρατισμός, η μετάβαση δηλαδή από ένα απολυταρχικό πολιτικό καθεστώς στη φιλελευθεροποίηση, σπάνια οφείλεται σε “μαζικές λαϊκές διαδηλώσεις εναντίον μιας αρραγούς δικτατορίας” (Hague et al., 2020, 163). Ωστόσο, στη Σερβία οι μόνοι που σήμερα εναντιώνονται στις αντιδημοκρατικές πολιτικές του Προέδρου Vucić είναι οι πολίτες της χώρας με διάφορες αφορμές, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός ότι από τον Νοέμβριο η κοινωνία μαστίζεται από μια σειρά κινητοποιήσεων αναφορικά με την νομοθεσία για τις απαλλοτριώσεις και την νομοθεσία για το δημοψήφισμα και τη λαϊκή πρωτοβουλία, οι οποίες υιοθετήθηκαν ως επείγουσες, χωρίς ιδιαίτερη δημόσια συζήτηση. 
Αναλυτικότερα, ο πρώτος νόμος προέβλεπε την αναγκαστική απαλλοτρίωση ιδιωτικών εκτάσεων γης για έργα και επενδύσεις που θεωρούνται ως εθνικής σημασίας, κυριαρχώντας η αντίληψη ότι αποσκοπεί στη διευκόλυνση της εξόρυξης λιθίου στη Δυτική Σερβία από τη “Rio Tinto”, και συνεπώς υπάρχει ο φόβος για ενδεχόμενη περιβαλλοντική μόλυνση · την ίδια στιγμή που η δεύτερη νομοθεσία καταργεί το κατώτατο όριο συμμετοχής για την εγκυρότητα του αποτελέσματος στη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Εν τέλει, ο Πρόεδρος Vucić προχώρησε στην ικανοποίηση των αιτημάτων των διαδηλωτών, επιβεβαιώνοντας το ρόλο του προστάτη του σερβικού έθνους που έχει αναλάβει και ότι σέβεται τη λαϊκή γνώμη, υποσχόμενος να μην υπογράψει τον πρώτο νόμο και να προχωρήσει σε τροποποίηση του δεύτερου (Vasovic, 2021b).

Σε συνδυασμό με όσα αναφέρθηκαν, η δημοκρατική οπισθοδρόμηση που σημειώνεται τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και περισσότερο εμφανής στη Σερβία, με τον Πρόεδρο Vucić να αποκτά τον πλήρη έλεγχο πάνω στους φαινομενικά αδύναμους θεσμούς της χώρας. Σημείο-ορόσημο της πολιτικής του, η οποία πρόκειται ουσιαστικά για εξουσία ενός άντρα, αποτελεί αφενός το “castling”, η εναλλαγή, με άλλα λόγια, μεταξύ της σερβικής προεδρίας και πρωθυπουργίας (Erebara, 2018), και αφετέρου ο διορισμός ως Προέδρου της Ana Brnabic, της οποίας η ανεξαρτησία και η ουδετερότητα αμφισβητείται σε μεγάλο βαθμό (Smolo, 2021, 14). Παρόλο που η εσωτερική του πολιτική χαρακτηρίζεται από το ραγδαίων διαστάσεων state-capture υπό το κυβερνόν του Σερβικό Προοδευτικό Κόμμα, τις πελατειακές σχέσεις, τη χειραγώγηση και τον έλεγχο των ΜΜΕ, εκτός των συνόρων δε διστάζει να ενδύεται τη μάσκα του φιλοευρωπαίου ηγέτη (Andric, 2017).

Η σερβική εξωτερική πολιτική

H σύγχρονη σερβική εξωτερική πολιτική του Προέδρου Vucić έχει τις βάσεις της στις τέσσερις κατευθύνσεις της εξωτερικής πολιτικής που χάραξε ο Πρόεδρος Tadic, περιλαμβάνοντας ουσιαστικά σήμερα τις πρωτεύουσες των χωρών, με τις οποίες η Σερβία επιθυμεί να διατηρήσει καλές διμερείς σχέσεις. 
Οι σύγχρονοι πυλώνες της σερβικής εξωτερικής πολιτικής έγκεινται στις Βρυξέλλες, την Ουάσινγκτον, τη Μόσχα και το Πεκίνο (Obradovic, 2018, 2019), με τον Σέρβο Πρόεδρο τα τελευταία χρόνια να διατηρεί επίσης φιλικές σχέσεις με τον Πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Orban, τον Πρόεδρο Erdoğan στην Τουρκία, αλλά και τη Σαουδική Αραβία.

● Βρυξέλλες:

Πρώτος πυλώνας θεωρούνται οι Βρυξέλλες, και κατ’ επέκταση οι σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το 2005 αποτελεί την αφετηρία της έναρξης των διαπραγματεύσεων αναφορικά με τη Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (ΣΣΣ), η οποία υπογράφηκε τρία χρόνια αργότερα. Η υποβολή της αίτησης για ένταξη στην ΕΕ έγινε το 2009, ενώ το 2012 έλαβε καθεστώς υποψήφιας χώρας και το 2014 ξεκίνησε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις.

 Η Σερβία έχει ανοίξει συνολικά 18 κεφάλαια, έχοντας προσωρινά κλείσει μόνο το κεφάλαιο 25 και 26, ενώ οξύμωρο και ικανό να εγείρει, όπως φάνηκε, αντιδράσεις μπορεί να θεωρηθεί το τελευταίο διάστημα το άνοιγμα του 4ου κεφαλαίου (Marusic, 2021), σχετιζόμενο με την πράσινη ενέργεια και την κλιματική αλλαγή, σε μία περίοδο που η Σερβία μαστίζεται από τις μεγαλύτερες διαμαρτυρίες με αποκλεισμούς δρόμων, αναφορικά με την περιβαλλοντική μόλυνση που θα προκαλέσει το σχέδιο εξόρυξης λιθίου της πολυεθνικής “Rio Tinto”.

Ακόμα, κλειστό παραμένει το κεφάλαιο 35, το οποίο είναι ολόκληρο αφιερωμένο στο Κόσοβο, γεγονός που καταδεικνύει την καταλυτική του σημασία, μιας και αποτελεί το κυριότερο εμπόδιο στην ενταξιακή διαδικασία της Σερβίας. 

Οι υποδειγματικές σχέσεις ΕΕ- Σερβίας προϋποθέτουν φυσικά την επίλυση του ζητήματος της αναγνώρισης του Κοσόβου, τη στιγμή που οι διαπραγματεύσεις της τελευταίας δεκαετίας, υπό την πρωτοβουλία και καθοδήγηση των Βρυξελλών, έχουν αποδειχθεί στάσιμες και ατελέσφορες, ενισχύοντας την πεποίθηση ότι η ομαλοποίηση των σχέσεων των δύο χωρών προβλέπεται δυσοίωνη στο εγγύς μέλλον. 

Την προηγούμενη δεκαετία, στόχος της εξωτερικής πολιτικής της χώρας δεν ήταν άλλος από την ένταξη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, γεγονός που όλο και περισσότερο φαντάζει ουτοπικό, με τις διαδικασίες να έχουν παγώσει μέχρι το 2030 και να μην έχει σημειωθεί κάποια σημαντική εξέλιξη επί του θέματος (Xhambazi, 2021).

● Ουάσινγκτον:

Ο δεύτερος πυλώνας, που περιλαμβάνει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, χαρακτηρίζεται από σταθερότητα. Το 2020, με την παρέμβαση του Donald Trump, επήλθε από κοινού συμφωνία, βάσει της οποίας διεκόπη η προσπάθεια για ένταξη του Κοσόβου σε διεθνείς οργανισμούς, με τη Σερβία να τη χρησιμοποιεί για να υποδαυλίσει την ανεξαρτησία του Κοσόβου (Hitchner, 2020). 

Με την αλλαγή της κυβέρνησης και την άνοδο του Προέδρου Biden, το αίτημα για αναγνώριση του Κοσόβου γίνεται όλο και πιο επιτακτικό, ενώ ακόμα σημαντικές αμφιβολίες προκαλούν οι στενές σχέσεις του Βελιγραδίου με τη Μόσχα και το Πεκίνο. Η πολιτική του Vucić είναι μια πολιτική “catch- all”, αφού διατηρεί καλές σχέσεις με ισχυρές δυνάμεις και μετριοπαθή στάση σε στρατιωτικές συμμαχίες, όπως το ΝΑΤΟ. 

Παρόλο που έχει αποκλειστεί ρητά μια ενδεχόμενη σερβική ένταξη στο ΝΑΤΟ από τον Aleksandar Vucić, αυτό δεν στέκεται εμπόδιο στην από κοινού συνεργασία της Σερβίας με τις ΗΠΑ για την αναδιαμόρφωση του αμυντικού της τομέα όσο και να διατηρεί πρόσβαση σε νατοϊκά προγράμματα και επιτροπές, με την ικανότητα έτσι, ακόμη και αν δεν αποτελεί μέλος του, να χρηματοδοτείται από αυτό (Bieber & Τζιφάκης, 2021, 103-105). 

Η Σερβία προσπαθεί να διατηρήσει τις διμερείς σχέσεις της με τις ΗΠΑ ζωντανές, καθώς συνειδητοποιεί ότι χωρίς αυτήν δεν θα μπορέσει να επέλθει η λύση του ζητήματος του Κοσόβου, προσπαθώντας να διασφαλίσει τα συμφέροντά της και να έχει όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες.

● Μόσχα:

Ο τρίτος πυλώνας της σερβικής εξωτερικής πολιτικής συνοψίζεται στη σύναψη σχέσεων με τη Ρωσία, φανερώνοντας τις όλο και πιο στενές σχέσεις που αποκτά με τη Σερβία σε ποικίλους τομείς. Ο Vučić, όσον αφορά τις σερβορωσικές διμερείς σχέσεις, ακολουθεί παραδοσιακά τη γιουγκοσλαβική πολιτική, μιας και εκεί μπορούν να αναζητηθούν οι απαρχές της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. 

Τα τελευταία χρόνια γίνεται αισθητή η όλο και αυξανόμενη ισχυροποίηση της Ρωσίας στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, αποσκοπώντας και αυτή με τη σειρά της στην απομάκρυνση της περιοχής από την επιρροή της Δύσης (ΕΕ, ΝΑΤΟ). 

Η ρωσική συνδρομή έγκειται στο γεγονός ότι διαθέτει μόνιμη θέση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ασφάλειας και συνεπώς είναι δεσμευμένη στον αποκλεισμό του Κοσόβου από το να γίνει μέλος των Ηνωμένων Εθνών, χωρίς να κάνει δεκτή την αναγνώρισή του. Επιπρόσθετα, η Ρωσία επενδύει σήμερα από τη μία στο οδικό δίκτυο και το δίκτυο των σιδηροδρόμων της Σερβίας και από την άλλη στη “διπλωματία” των εμβολίων, εφοδιάζοντάς την με εμβόλια και ιατρικές προμήθειες. 

Ένας ακόμη τομέας, όπου καταδεικνύεται απαραίτητη η ρωσική αρωγή, είναι ο εφοδιασμός της Σερβίας με ρωσικά όπλα και πολεμικό εξοπλισμό και η πραγματοποίηση κοινών στρατιωτικών ασκήσεων (Bieber & Τζιφάκης, 2021, 103-104).

● Πεκίνο:

Ο τέταρτος πυλώνας αφορά τις σχέσεις με την Κίνα, οι οποίες, αν και όχι τόσο έντονες, έχουν εδραιωθεί ήδη και αυτές από την περίοδο της Γιουγκοσλαβίας. Διμερείς συμφωνίες μεταξύ τους υπογράφηκαν το 2008, με τη Σερβία να αποτελεί τον εταίρο-κλειδί στις κινεζικές επενδύσεις στην περιοχή (Bieber & Τζιφάκης, 2021, 106-108).

 Την τελευταία χρονιά, η συνεργασία αυτή πήρε τη μορφή έργων υποδομής σε τομείς κυρίως ενέργειας και μεταφορών, αλλά ο καίριος ρόλος που διαδραματίζει έγινε ορατός με τη μεγάλη βοήθεια που έλαβε πρώτη η Σερβία με τη διάθεση κινέζικων εμβολίων και το διαμοιρασμό αναγκαίων προμηθειών για το σύστημα υγείας. 

Όλα όσα προαναφέρθηκαν αποτελούν σαφώς ένα ελάχιστο δείγμα του τεράστιου όγκου των κινεζικών επενδύσεων, οι οποίες φυσικά συνιστούν ένα εξέχουσας σημασίας έρεισμα για τη σερβική οικονομία. Η Κίνα, με τη σειρά της, διακυρρήτει ότι δεν θα επιτρέψει ποτέ την αναγνώριση του Κοσόβου, ενώ η Σερβία, ως αντάλλαγμα, υποστηρίζει την κινεζική πολιτική στηνΤαϊβάν (Stojkovski et al., 2021).

Το γεωπολιτικό όραμα του Προέδρου Vucić

Ο Slobodan Milosevic, πρωταγωνιστική φιγούρα του πολιτικού σκηνικού της Γιουγκοσλαβίας στη διάρκεια του 20ου αιώνα, ήταν ουσιαστικά ο εκτελεστής του σερβικού εθνικισμού οράματος για τη δημιουργία μιας “Μεγάλης Σερβίας”. 

Η σερβική “Μεγάλη Ιδέα” προέβλεπε την κατάληψη όλων των περιοχών της Πρώην Γιουγκοσλαβίας όπου διαβιούσαν εθνοτικά Σέρβοι, ενώ στη σύγχρονη εποχή του “Σερβικού Κόσμου” ουσιαστικά προάγεται η ένωση όλων των Σέρβων της περιοχής, υπό την καθοδήγηση του Σέρβου Προέδρου Vučić, παρά το γεγονός ότι μια υπολογίσιμη μερίδα τους βρίσκεται εκτός Σερβίας (στην Κροατία, την Βοσνία Ερζεγοβίνη, το Κόσοβο και το Μαυροβούνιο). 

Κυριαρχεί λοιπόν ως αντίληψη ότι ο “Σερβικός Κόσμος” αποτελεί τη συνέχεια της “Μεγάλης Σερβίας” και συμπυκνώνει το γεωπολιτικό όραμα του Προέδρου Vučić, ιδεολογία που είναι παρούσα σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής που ασκεί.

Η πολιτική του Προέδρου Vučić παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με την εποχή Milosevic, στρεφόμενος εναντίον των υπολοίπων κρατών που απάρτιζαν την Πρώην Γιουγκοσλαβία. Παρά το γεγονός ότι δημόσια στέλνει μηνύματα ειρήνης κι ενότητας, στην πραγματικότητα μέρος της ρητορικής μίσους του αποτελεί η διατήρηση ζωντανής στη συλλογική μνήμη του σερβικού πληθυσμού του μεγαλοϊδεατισμού του προηγούμενου καθεστώτος.

 Απώτερος στόχος της πολιτικής του αυτής δεν είναι άλλος από την ισχυροποίηση και την κυριαρχία τόσο του ίδιου, όσο και του κόμματός του στις γειτονικές χώρες, εξαπολύοντας για αυτό τον λόγο μια σειρά “πολιτικών πολέμων” στη Βοσνία Ερζεγοβίνη, στο Κόσοβο και στο Μαυροβούνιο, με τον ίδιο τρόπο που στο παρελθόν έδρασε σε χώρες όπως ηΚροατία κι η Βόρεια Μακεδονία (Mujanovic, 2020).

● Βοσνία & Ερζεγοβίνη:

Στην περίπτωση της Βοσνίας & Ερζεγοβίνης δεν πρέπει να προβλεφθεί ο ρόλος που διαδραματίζει ο Πρόεδρος Vučić στην κρίση που παρατηρείται, εξαιτίας της πολιτικής του που επίσημα αναγνωρίζει τα προβλεπόμενα της συνθήκης του Ντέιτον από το 1997, αλλά στην ουσία κατευθύνει και πιέζει μέσω του Dodik για την απόσχιση της Republika Srpska (Σερβική Δημοκρατία) από μια σειρά κρατικών θεσμών και κανονισμών, επιθυμώντας την ένωσή της με τη μητέρα Σερβία. 

Επεξηγηματικά, ο τελευταίος, ως ηγέτης των Σερβοβόσνιων και μέλος της τριμερούς προεδρίας της χώρας, απειλεί με αποχώρηση από το δικαστικό σύστημα, την είσπραξη φόρων και τελωνειακών δασμών, τις υπηρεσίες πληροφοριών και τις αμυντικές δυνάμεις, με τη δημιουργία αυτόνομου σερβοβοσνιακού στρατού (Borger, 2021). Στήριξη στο σχέδιο του Dodik προσφέρει ο Vučić, γεγονός που καταδεικνύεται από την πρώτη του επίσκεψη που πραγματοποίησε ως Πρόεδρος της Σερβίας στην Banja Luka και φυσικά ο Ρώσος Πρόεδρος Πούτιν, ο οποίος είναι παραδοσιακός σύμμαχος της Σερβίας και επιδιώκει την απομάκρυνση της Βοσνίας & Ερζεγοβίνης από την αμερικανική σφαίρα επιρροής του ΝΑΤΟ. 

Όπως γίνεται ορατό, η Βοσνία & Ερζεγοβίνη μπορεί να θεωρηθεί ο πιο αδύναμος κρίκος στα Βαλκάνια, με ευθύνες να μπορούν να αποδοθούν σε μεγαλύτερο βαθμό στον Milorad Dodik, με τα τελευταία 15 χρόνια να καθίσταται κάθε δυνατή προσπάθεια για να γίνει υπερβολικά αδύναμη η χώρα, με σκοπό να μην επιτευχθεί η είσοδός της στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και κατ’ επέκταση να αποστασιοποιηθεί από μια πιθανή δυτική επιρροή.

 Αυτό επιβεβαιώνεται πρώτα από τη δημιουργία της Banja Luka, ως τη de factoπρωτεύουσα της Σερβικής Δημοκρατίας, παίρνοντας πολλές αρμοδιότητες από το Σεράγεβο, από την επιθυμία κατάργησης του ρόλου του Ύπατου Αρμοστή, με την απουσία ενοποιημένης κρατικής εξουσίας να εμποδίζει έτσι με επιτυχία την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ.

● Κόσοβο:

Όσον αφορά στις διμερείς σχέσεις Σερβίας-Κοσόβου, το υπάρχον ζήτημα της αναγνώρισης της ανεξαρτησίας του Κοσόβου από την Σερβία, σε συνδυασμό με την απουσία οποιασδήποτε προόδου στο εγχείρημα της Ένωσης Δήμων με Σερβική Πλειοψηφία σύμφωνα με την Συμφωνία των Βρυξελλών του 2013 δυσχεραίνει σημαντικά την ομαλοποίηση τους (Isufi, 2021). 

Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει στην Srpska Lista (Σερβική Λίστα), το κόμμα των Σέρβων του Κοσόβου, το οποίο ουσιαστικά αποτελεί τον δάχτυλο του Βελιγραδίου στην Πρίστινα (Morina, 2016). 

Ο Πρόεδρος Vučić συνεχίζει να αυτοπροβάλλεται ως ο υπερασπιστής των σερβικών συμφερόντων στο Βόρειο Κόσοβο, χρησιμοποιώντας την έντονη επιρροή που ασκεί η Srpska Lista στην πλειοψηφική σερβική κοινότητα με σκοπό να διατηρήσει την ήδη de facto κατοχή της περιοχής και την ενσωμάτωσή της εντός των σερβικών συνόρων (Mujanovic, 2020). 

Όπως τονίζει η σερβική πλευρά, αδύνατη παραμένει ακόμη η εύρεση ενός τρόπου ενσωμάτωσης της σερβικής κοινότητας στο Κόσοβο, η οποία επικοινωνεί αποκλειστικά με την Srpska Lista και περιμένει άμεση καθοδήγηση και στήριξη από το Βελιγράδι. 

Το τελευταίο διάστημα, με αφορμή το “ζήτημα των πινακίδων” στο Βόρειο Κόσοβο, όπου διαβιούν στην πλειοψηφία Σέρβοι, αποκλείστηκαν δρόμοι κοντά στα σύνορα ύστερα από την απόφαση της κυβέρνησης της Πρίστινας να επιβάλλει τη χρήση προσωρινών πινακίδων κυκλοφορίας του Κοσόβου και όχι της Σερβίας, κατά την είσοδό τους στην χώρα. 

Η σερβική πλευρά με τον αρχηγό της Srpska Lista, Goran Rakic, αιτήθηκε την άμεση επέμβαση του Vučić, καταδεικνύοντας ότι η πυροδότηση μιας σύγκρουσης μεταξύ των αρχών του Κοσόβου και των Σέρβων εκεί μπορεί εύκολα να λάβει τέτοιες διαστάσεις, που σε συνδυασμό με την εμπλοκή αστυνομικών δυνάμεων (Kajosevic & Stojanovic, 2021), να ξεφύγει με αυτόν τον τρόπο από τον έλεγχο με πιθανότατα τραγικές συνέπειες.

● Μαυροβούνιο:

Ακόμα, δεν μπορεί να παραλειφθεί το γεγονός ότι η κοινωνία του Μαυροβουνίου είναι διχασμένη ανάμεσα στην πλήρη αυτονόμηση και ανεξαρτητοποίησή της αφενός και στη στενή σύνδεση της με τη Σερβία αφετέρου. 

Οι σχέσεις του Πρώην Πρωθυπουργού Djukanovic με τον Πρόεδρο Vučić ήταν τεταμένες, με τον τελευταίο να τάσσεται ανοιχτά υπέρ των λαϊκών κινητοποιήσεων σχετικά με το νέο αμφιλεγόμενο θρησκευτικό νόμο (Kajosevic & Stojanovic, 2021), ο οποίος υποστήριζε την δήμευση και τη μεταφορά της περιουσίας της σερβικής εκκλησίας στην αντίστοιχη μαυροβουνιακή, παρόλο που δεν είναι επισήμως αναγνωρισμένη. 

Γι’ αυτό το λόγο κυριαρχεί η αντίληψη ότι καθοριστικό ρόλο στη μη επανεκλογή του Milo Djukanovic διαδραμάτισαν αναπόδραστα τόσο η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία, όσο και τοπικοί παράγοντες ως σύμμαχοι του Προέδρου Vučić στο Μαυροβούνιο, μέσα από την κινητοποίηση μαζικών διαδηλώσεων, αλλά και τη χρήση της προπαγάνδας, ως μέσο λαϊκής χειραγώγησης (Mujanovic, 2020). 

Ο λόγος της κλιμάκωσης της σύγκρουσης μπορεί να αναζητηθεί στην επιλογή τηςΣερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας να ενθρονιστεί ο νέος Μητροπολίτης του Μαυροβουνίου παραδοσιακά στο Cetinje, γεγονός που πυροδότησε ποικίλες αντιδράσεις έως και οργανωμένες κινητοποιήσεις, καθώς θεωρήθηκε ότι με αυτόν τον τρόπο υποδαυλίζεται η ανεξαρτησία της χώρας.

 Αυτό συμβαίνει διότι, παρά το γεγονός ότι το Μαυροβούνιο διαχωρίστηκε από τη Σερβία το 2006, η Εκκλησία παρέμεινε υπό την επιρροή της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, με τη μαυροβουνιακή να θεωρείται επίσημα σχισματική, φανερώνοντας με αυτόν τον τρόπο τον “βαθύ” διχασμό στο εσωτερικό της χώρας. 

Στο πλευρό των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των αυτοαποκαλούμενων “πατριωτικών οργανώσεων” τέθηκε και ο Πρόεδρος Milo Djukanovic, τη στιγμή που ο Πρωθυπουργός Zdravko Krivokapic αποποιήθηκε την ευθύνη των όποιων συνεπειών θα προκαλούσαν οι διαδηλώσεις για το παραπάνω ζήτημα (Kajosevic & Stojanovic, 2021). 

Η φιλοσερβική και φιλορωσική πολιτική του νυν Πρωθυπουργού Krivokapicέχει δώσει το πράσινο φως στον Vučić να αναμειγνύεται έντονα στα εσωτερικά τους θέματα και να ασκεί πίεση αφενός στα εκκλησιαστικά ζητήματα και αφετέρου να επιδιώκει να ελέγξει μεγάλο ποσοστό των μαυροβουνιακών ΜΜΕ, με το κόμμα του να αποτελεί το κυριότερο εμπόδιο για να περάσουν οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις από το κοινοβούλιο.

Κρίνεται αναγκαίο, λοιπόν, να αναζητηθεί ο κοινός παρονομαστής και η βαθύτερη αιτία των επιμέρους αυτών κρίσεων στα Βαλκάνια, η οποία δεν είναι άλλη από τη σερβική εξωτερική πολιτική που εφαρμόζεται στις χώρες αυτές, ενισχύοντας έτσι την αντίληψη ότι αποτελεί τον κατεξοχήν παράγοντα αποσταθεροποίησης στην ευρύτερη περιοχή με το όραμα του “Σερβικού Κόσμου”, παρά έναν πυλώνα σταθερότητας (Isufi, 2021). 

Ως προς την ισχυροποίησή της στη γενικότερη βαλκανική περιοχή, αυτή αυξάνεται όλο και περισσότερο όσο αυξάνεται η απήχηση του γεωπολιτικού οράματος του “Σερβικού Κόσμου” και η ιμπεριαλιστική πολιτική του Vučić εις βάρος των γειτονικών χωρών, των οποίων η εδαφική ακεραιότητα αμφισβητείται με κάθε ευκαιρία. 

Σε συνάρτηση με τα προηγούμενα, έρχεται να προστεθεί η ιδιαίτερη έμφαση που επιδεικνύει ο Σέρβος Πρόεδρος στον στρατιωτικό εκσυγχρονισμό και εξοπλισμό της χώρας, με την επιλογή του αυτή στην παρούσα συγκυρία να εγείρει ανησυχίες σχετικά με τη μαχητικότητα του σερβικού στρατού αφενός, στον οποίο έχει επενδυθεί, συγκριτικά με τα γύρω κράτη, το μεγαλύτερο χρηματικό ποσό μετά από πολλά χρόνια, και με το ποιους θα έχει αποδέκτες αυτή του η ενέργεια αφετέρου, με τον ίδιο να καθησυχάζει και να διαβεβαιώνει, αλλά όχι να πείθει, ότι ο εκσυγχρονισμός των όπλων δεν προορίζεται για χρήση εναντίων των γειτονικών χωρών.

Συμπεραίνεται ότι ο Σέρβος Πρόεδρος, καθ’ όλη τη διάρκεια της μέχρι τώρα θητείας του, επιβεβαιώνει ακριβώς τη δεύτερη υπόθεση σύμφωνα με τους Levitsky και Ziblatt: “η δημοκρατία μπορεί να καταρρεύσει είτε ακαριαία εξαιτίας κάποιου στρατιωτικού πραξικοπήματος είτε βραδέως κι ασυναίσθητα εξαιτίας της κατάχρησης εξουσίας και της καταπίεσης των διαφωνούντων”. 

Ήδη από την ανάλυση της σερβικής πολιτικής προκύπτει ότι η προσπάθεια του εκδημοκρατισμού της Σερβίας δεν έχει προχωρήσει τις τελευταίες δεκαετίες, με αποτέλεσμα οι πιθανότητες ένταξης της στην Ευρωπαϊκή Ένωση να παραμένουν ανύπαρκτες. 

Επιπλέον, η εξωτερική πολιτική που εφαρμόζει δεν είναι ξεκάθαρη ως προς τους στόχους και τις προτεραιότητες που θέτει, με τον Πρόεδρο Vučić να ισορροπεί μεταξύ Ανατολής και Δύσης, κατορθώνοντας να διατηρήσει και τα οικονομικά, κι όχι μόνο, οφέλη των συμφωνιών που έχει συνάψει με την ΕΕ από τη μία και με συμμάχους του από την άλλη που αποτελούν “ανελεύθερες δυνάμεις”, όπως η Κίνα, η Ρωσία, η Τουρκία, η Ουγγαρία και η Σαουδική Αραβία, οι οποίες αποκτούν όλο και μεγαλύτερη διεθνή επιρροή και συνάπτουν συμμαχίες με τον Σέρβο Πρόεδρο.

Αναφορικά με το γεωπολιτικό του όραμα, αποδεικνύεται μάλλον αδύνατον και μη ρεαλιστικό για τα σημερινά δεδομένα, οι επιμέρους κρίσεις που έχει δημιουργήσει σε χώρες με σερβικό πληθυσμό, αν και πρωτεύουσας σημασίας, να αποτελέσουν μια επανάληψη της “Μεγάλης Σερβίας” και να οδηγήσουν πιθανώς σε μια πολεμική σύγκρουση, δεδομένης της άμεσης επέμβασης της διεθνούς κοινότητας, η οποία έχει επενδύσει σημαντικά στη διατήρηση της ασφάλειας και της σταθερότητας της περιοχής. 

Λαμβάνοντας υπόψη το μέλλον του Προέδρου Vučić και του Σερβικού Προοδευτικού Κόμματος, ενόψει των εκλογών του Απριλίου σε όλα τα επίπεδα εξουσίας, λόγω του ευρέως διαδεδομένου state-capture και της πολιτικής προπαγάνδας που ασκεί μέσα από τον απόλυτο έλεγχο των ΜΜΕ, το εκλογικό αποτέλεσμα είναι μάλλον προβλέψιμο, παρά τις ανησυχίες όλων για το αν θα ακολουθηθεί με δημοκρατικό τρόπο η εκλογική διαδικασία. 

Κλείνοντας, όλες οι πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνει ο Πρόεδρος Vučić, σε κρίσιμα και μη ζητήματα, αποσκοπούν στην επανεκλογή του και λαμβάνονται με γνώμονα αυτή, ωστόσο η τήρηση ή μη των απαραίτητων δημοκρατικών κριτηρίων στις επικείμενες εκλογές θα καθορίσει αναπόδραστα και το μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της Σερβίας τα επόμενα χρόνια.

Πηγή: Συντακτική Oμάδα Parousiaste

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια